12 Ιανουαρίου 2007

μάκης μηλάτος


ακολουθεί μια συνέντευξη του μάκη μηλάτου που είχε δημοσιευθεί στο sonic playground. τη συνέντευξη κάναμε εγώ και η νίκη -aka shakespeare's sister- ξένου (δεκέμβριος 2004). θεωρώ ότι έχει ενδιαφέρον..

SP: Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με τη μουσική;
Μ.Μ.: Με στραβό τρόπο ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική. Ως παιδί άκουγα πράγματα που ακουγόντουσαν τότε, από τα πάρτυ με τα 45άρια, με τα ελληνικά συγκροτήματα, τους Charms, τους Olympians κι ότι άλλο υπήρχε τότε. Με το μπαμπά μου και τη μαμά μου, επειδή ήμουν μοναχοπαίδι και τότε δεν υπήρχαν πάρκινγκ για να αφήνουν τα μωρά, με έπαιρναν μαζί τους στις ταβέρνες κι άκουγα όλα αυτά που ακούγονταν στις ταβέρνες την εποχή εκείνη. Μπλέχτηκα με τα στερεοφωνικά, μου άρεσε το HI-FI κι αποκτώντας ένα άρχισα να αγοράζω δίσκους. Κι αυτός ήταν ο τρόπος που μπήκα, στην ουσία πιο πολύ μέσω των στερεοφωνικών, παρά μέσω της μουσικής αυτής καθ’ αυτής. Θυμάμαι, με 300 δρχ. πήγα μια Κυριακή πρωί στο Μοναστηράκι κι αγόρασα τρεις δίσκους ,τον πρώτο των Doors και των Pink Floyd κι ένα του Steve Miller.
SP: Για ποια εποχή περίπου μιλάμε?
Μ.Μ.: Για το 1974. 100 δρχ. ο δίσκος βινυλίου κι επειδή πήρα τρεις τους έδωσα 250 δρχ. Και μου έμειναν και 50δρχ. Γύρισα σπίτι μου κι άκουγα τους δίσκους με τον τρόπο που τους ακούς όταν είσαι πιτσιρικάς: τελειώνει ο δίσκος και τον βάζεις από την αρχή. Σιγά -σιγά άρχισα τα λεφτά μου να τα δίνω εκεί. Δεν υπάρχει όμως μεγάλο κομμάτι χρόνου που να ήμουν σκέτος fan, γιατί από το 1978 άρχισα να γράφω σένα περιοδικό, σαν τον Ήχο, που λεγόταν Στέρεο και δεν υπάρχει πια, να δουλεύω dj και από το 1980 έκανα και ραδιόφωνο. Έτσι, κάπως άλλαξε αυτή η διάσταση, χάθηκε κι έγινε λίγο πιο επαγγελματική. Αλλά η αρχή ήταν αυτή, το 1974.
SP: Με ποιους καλλιτέχνες - σχήματα ταυτίζετε την πρώτη αυτή επαφή σας με τη μουσική; Ποιο ήταν το κλίμα που επικρατούσε τότε;
Μ.Μ.: Τότε έρχονταν ελάχιστοι δίσκοι κι η απόκτησή τους ήταν αφενός μια υπόθεση προσωπική, μια ιεροτελεστία, αφετέρου ένα γεγονός το οποίο αφορούσε κι έναν ευρύτερο κύκλο ανθρώπων. Το ότι αγόραζα εγώ έναν δίσκο σήμαινε ότι άλλοι δέκα γνωστοί και φίλοι θα τον ακούσουν κι αντίστοιχα συνέβαινε και μ’αυτούς. Βέβαια, επειδή υπήρχαν κανα δύο δισκάδικα όλα κι όλα που έφερναν δίσκους, η ενημέρωση ήταν περιορισμένη. Πήγαινα κάθε Τρίτη κι αυτό ήταν. Οι πηγές ενημέρωσης ήταν οι εξής : ο Αμερικάνικος σταθμός, ο Πετρίδης, που τότε πρωτοξεκίνησε να κάνει εκπομπή στο ραδιόφωνο και ένα δισκάδικο στο Κολωνάκι, το POP11. Κάθε Τρίτη το POP11 έκανε παραλαβή καινούργιων δίσκων εισαγωγής και τους άνοιγαν. Και στο πατάρι που τους είχαν τους έβαζαν να παίζουν, μαζευόταν κάποιος κόσμος που ενδιαφερόταν σ ‘έναν χώρο σαν κι αυτό, (σ.σ. δείχνοντας το δωμάτιο του σπιτιού μου, έναν χώρο 3Χ6). Φαντάσου τριάντα άτομα, ο ένας πάνω στον άλλο. Ξεκίνησα λοιπόν με πράγματα της δεκαετίας του ’60, παρότι ήμασταν στην δεκαετία του ’70, Doors, Rolling Stones, Pink Floyd. Αυτά και το progressive που ήταν τότε πολύ στη μόδα στην Ελλάδα. Genesis, Yes, Emerson, Lake and Palmer, King Crimpson, μέχρι που το punk τα σάρωσε όλα. Άρχισε κάτι να γίνεται εδώ με ένα πολύ περιορισμένο κοινό το 75 -76. Την περίοδο της Χούντας όλα αυτά ήταν κάπως απαγορευμένα -δεν ήταν ακριβώς (σ.σ. απαγορευμένα)- αλλά δεν υπήρχε διακίνηση ιδεών και πληροφοριών. Ανησυχούσες ακόμα κι αν μαζεύονταν 5 -10 άνθρωποι στο σπίτι σου, ότι ο περιπτεράς μπορεί να σε καρφώσει και να μπουκάρουν ξαφνικά οι μπάτσοι και να σε μαζεύουν χωρίς λόγο. Όταν λοιπόν έπεσε η χούντα, αυτά τα οποία είχε στην ουσία στερηθεί η ελληνική πραγματικότητα, ήταν αυτά της δεκαετίας του 60. Το punk στην αρχή ήταν ένα πολύ περιορισμένο πράγμα, το οποίο πολύς κόσμος που εκ των υστέρων ενδιαφέρθηκε γι’αυτό ,στην αρχή το αντιμετώπισε με μεγάλη επιφύλαξη. Όλοι το θεωρούσαν κάτι πάρα πολύ περίεργο ακριβώς γιατί το progressive και το hard rock, οι Deep Purple, led zeppelin, black sabbath ήταν αυτά που κυριαρχούσαν τότε. Το punk ήταν κάτι εξωτικό και κανείς δεν το συμπαθούσε. Μετά το 1978 -1980 άρχισε να εξαπλώνεται.
SP: Κι όλα αυτά ενώ το punk στη Βρετανία είχε πεθάνει;
Μ.Μ.: Βέβαια, ναι ναι! Όλα ειδικά εκείνη την εποχή, αλλά ακόμη και τώρα, έρχονταν με καθυστέρηση. Τα πρώτα punk συγκροτήματα έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του 80 κι οι πρώτες ροκ συναυλίες στην Ελλάδα έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του 70 , τα κυριακάτικα πρωινά.
SP: Ποιος ήταν ο τρόπος πληροφόρησης σας;
Μ.Μ.: Τρόπος δεν υπήρχε. Ακόμη και το Melody Maker και το Ν.Μ.Ε. δεν έρχονταν. Ο μόνος τρόπος ήταν από ανθρώπους που είχε κανείς στο εξωτερικό και μπορούσαν να φέρουν κάποιες πιο άμεσες πληροφορίες για πιο παλιά πράγματά και για πιο καινούργια. Η μεγαλύτερη γενιά από εμένα, ο Πουλικάκος, ο Φαληρέας -αυτός που είχε το POP11-, ο Κουτρουμπούσης πήγαιναν στο εξωτερικό κι έφερναν πληροφορίες. Ο Αμερικάνικος σταθμός δεν είχε καμία σχέση με το punk και με τα καινούργια πράγματα. Ούτε ο Πετρίδης, στην αρχή τουλάχιστον, ασχολιόταν ιδιαίτερα με αυτά. Δεν υπήρχε καμία πηγή, δεν υπήρχε internet κι έτσι η πληροφόρηση ήταν πολύ περιορισμένη.
SP: Μέσα από τη 25ετή πορεία σας στο ραδιόφωνο τι έχετε αποκομίσει, κυρίως από τη σχέση σας με τους ακροατές;
Μ.Μ.: Πάντα σκέφτομαι, Χριστούγεννα όπως τώρα, να πάρω ένα λαχείο όταν περνάει ο λαχειοπώλης από δίπλα μου. Μετά λέω είναι αμαρτία να κυνηγάω την τύχη μου, γιατί η ζωή μού έχει φερθεί τόσο καλά. Να κάνεις το fun επάγγελμα είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Κάπως έτυχε και για ‘μένα ήρθαν όλα πολύ εύκολα. Και το περιοδικό βρέθηκε στο δρόμο μου και το ραδιόφωνο μου άνοιξε την πόρτα πάρα πολύ εύκολα, όταν ακόμη δεν γινόταν τίποτα από όλα αυτά. Κι αυτή η αίσθηση που έχω είναι ότι η ζωή μου έχει κάνει ένα τρομερό δώρο. Σ’ αυτά τα 25 χρόνια στο ραδιόφωνο κι από τα κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά, μόνο ευχάριστα πράγματα έχω. Είναι ευχάριστο να βλέπω κάποιον σε μια συναυλία να μου μιλάει και να μου λέει :’είμαι 40 χρονών και σ’ ακούω από τότε που έκανες εκπομπή στο δεύτερο πρόγραμμα κι έχω μάθει από εσένα αυτά κι αυτά τα συγκροτήματα και μου άλλαξες την ζωή’. Αυτό. Μόνο ευχάριστα πράγματα μπορώ να σκέφτομαι. Μαζί με το ότι ποτέ δεν είχα την αίσθηση ότι δούλευα, παρότι δουλεύω πολύ περισσότερες ώρες από’ ότι ο μέσος όρος ανθρώπων.
SP: Θέλετε να μας περιγράψετε μια μέρα σας;
Μ.Μ.: Ακούω πολλές ώρες μουσική γιατί κάποια στιγμή, όταν λόγω πίεσης χρόνου άρχισα ν’ακούω δίσκους πρόχειρα, ορκίστηκα στον εαυτό μου ότι θα ακούω τουλάχιστον μια φορά το δίσκο. Όποιος κι αν είναι αυτός, ακόμα κι αν είναι ο πιο αντιπαθής μου καλλιτέχνης που βγάζει συνέχεια μάπα δίσκο. Είναι πολύ διαφορετικό να ακούς ένα δίσκο να παίζει και να κάνεις και μια άλλη δουλειά, να μιλάς στο τηλέφωνο, κι άλλο να κάθεσαι να προσπαθείς να βρεις ένα τρόπο επικοινωνίας με αυτό που ακούς, να του αφοσιώνεσαι ολοκληρωτικά. Αυτός λοιπόν ο τρόπος θέλει πολλές ώρες γιατί είναι πολλοί οι δίσκοι. Έχω υπολογίσει ότι θέλω 100 - 120 ώρες το μήνα για ακρόαση. Αυτό σημαίνει δύο με τρεις ώρες την ημέρα.
SP: Δηλαδή 2-3 ώρες αφοσιωμένης ακρόασης;
Μ.Μ.: Ναι, αυτό. Δεν κάνω τίποτα άλλο, ασχολούμαι μόνο με το δίσκο. Κάποιοι δίσκοι που βλέπεις ότι είναι περίπλοκοι αλλά σου προκαλούν το ενδιαφέρον θέλεις να τους ξανακούσεις μια δεύτερη φορά ή και τρίτη. Στην ακρόαση των δίσκων αφιερώνω πολύ χρόνο συν του ότι πρέπει να έχεις και μια στοιχειωδώς καλή ψυχική διάθεση. Το πρωί και τα σαββατοκύριακα ακούω δίσκους. Σηκώνομαι το πρωί ακούω δίσκους, ετοιμάζω την εκπομπή μου, τελειώνοντας έχω να κάνω κάτι στην Athens Voice ή να συναντήσω διάφορους ανθρώπους. Το βράδυ αυτό που μπορώ να κάνω, σε αντίθεση με το να ακούω δίσκους, είναι να γράφω. Τα γραπτά και τα κείμενα είναι βραδινή δουλειά. Η ζωή μου περιστρέφεται γύρω από αυτό το πράγμα, ακούω μουσική και ασχολούμαι με τη μουσική σε επίπεδο πληροφοριών.
SP: Σας έχει κουράσει ποτέ αυτή η διαδικασία;
Μ.Μ.: Όχι, όχι, ποτέ! Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό. Το μόνο που έχω βαρεθεί είναι ότι συνέχεια μετακινούμαι κουβαλώντας δύο τσάντες με δίσκους. Αυτό κάπως το βαριέμαι ομολογώ, αλλά επί της ουσίας όχι, θα ήταν και αμαρτία.
SP: Πιστεύω ότι οι κριτικές σας χαρακτηρίζονται από αντικειμενικότητα και συνήθως προσπαθείτε να αναδείξετε τα θετικά στοιχεία μιας μπάντας. Αυτό ίσως συμβαίνει επειδή γράφετε κυρίως για πράγματα που ακούτε και σας αρέσουν;
Μ.Μ.: Αυτός είναι ένας βασικός λόγος. Δηλαδή πράγματα που δεν μου αρέσουν και που θα έβαζα ένα αστέρι δε νιώθω ότι έχει και πολύ νόημα. Από την άλλη πλευρά, ακριβώς επειδή ακούω τους δίσκους προσεκτικά, νομίζω ότι, ειδικά τα τελευταία χρόνια, δεν είναι πολύ εύκολο να βρεις ένα δίσκο πραγματικά μάπα. Υπάρχουν πολλά φίλτρα, οι εταιρείες δίσκων με τον τρόπο τους είναι ένα φίλτρο, οι ίδιοι οι μουσικοί και το περιβάλλον. Ακόμα κι αυτοί που δεν είναι καλοί δίσκοι, διαπιστώνεις ότι έχουν μια μορφή δουλειάς από πίσω. Μπορεί να μην έχουν ταλέντο αυτοί που τον έκαναν αλλά παίζουν καλά τα όργανά τους. Ε, υπάρχει κάτι που έκανε αυτούς τους ανθρώπους να γίνουν μουσικοί, που έκαναν μια εταιρεία να αποφασίσει να βγάλει αυτό το δίσκο, που κινήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός για να φτάσει αυτός ο δίσκος σ’εμένα και προσπαθώ να το βρω αυτό. Γιατί όταν ήμουν πιτσιρικάς μου ήταν πιο εύκολο να γαμώ τους δίσκους, μου φαινόταν ότι αυτό είναι το κόλπο. Μετά κατάλαβα ότι αυτό δεν έχει και πολύ νόημα γιατί οι άνθρωποι προσπαθούν. Γνώρισα πολλούς ανθρώπους που ήξερα ότι δεν έχουν ταλέντο αλλά έβλεπα ότι προσπαθούν. Στην ψυχή τους υπήρχε κάτι το οποίο δεν ανταποκρινόταν σε ταλέντο αλλά οι προθέσεις τους κι ο τρόπος που προσπαθούν είναι συγκινητικός. Κι έτσι αποφάσισα να προσπαθώ να βρίσκω τα καλά πράγματα κι όχι να θάβω, γιατί τελικά το να θάβεις έναν καλλιτέχνη είναι πολύ εύκολο. Ειδικά αν αποκτήσεις μια εμπειρία και το αριστούργημα του Θεού μπορείς να το θάψεις. Το να βρεις όμως πώς συναισθηματικά αντέδρασες είναι πιο δύσκολο κι αυτό είναι που με ενδιαφέρει. Αν μπορώ να περιγράψω μια στοιχειώδη συναισθηματική αντίδραση που μου προκάλεσε αυτό το πράγμα. Για να μπορέσει κι ο άλλος να βρει σ’αυτό κάτι. Αυτές οι κριτικές που νομίζεις ότι είναι πολλαπλασιασμός, πρόσθεση κι αφαίρεση δεν μου φαίνεται ότι έχουν πολύ ενδιαφέρον.
SP: Υπάρχουν σήμερα πράγματα που δεν σας προκαλούν απλώς μια στοιχειώδη συναισθηματική αντίδραση αλλά σας ενθουσιάζουν κιόλας;
Μ.Μ.: Υπάρχουν ευτυχώς γιατί αλλιώς θα ήταν πολύ κουραστικό. Δεν είναι πολύ εύκολο βέβαια, γίνεται μάλλον σπάνια. Πιέζω τον εαυτό μου όσο γίνεται να διατηρήσω μια παιδικότητα, να μπορώ να πω:’τι ωραίο αυτό’ και δεν είναι εύκολο να το λες μετά από 40.000-50.000 δίσκους. Πολλοί συνομήλικοί μου λένε ‘αυτό μοιάζει με αυτό’, όλα μοιάζουν με κάτι, αυτό είναι πια δεδομένο. Αυτός που το κάνει δεν το ξέρει αυτό, δεν είναι εκ του πονηρού. Αυτό το σκέφτομαι εγώ που είμαι 45 χρονών κι έχω ακούσει τόσα πράγματα. Παραδείγματος χάριν οι Detroit cobras. θα σου φέρω εγώ τους Electras να δεις πώς μοιάζουν. Δεν ξέρει ο κακομοίρης ο Detroit Cobras τους Electras, γι αυτόν δε μοιάζει με τίποτα. Προσπαθώ να αντιμετωπίζω τους δίσκους με αγνότητα. Δεν ψάχνω να βρω με τι μοιάζει γιατί αυτό είναι μια παγίδα που σε οδηγεί σχεδόν στην απαξίωση των πάντων. Προσπαθώ λοιπόν τα καινούργια πράγματα να τ’ αντιμετωπίζω σαν να είμαι πιτσιρικάς, σαν να μην έχω ακούσει τίποτα. Όλα είναι ειπωμένα, αλλά υπάρχουν καλλιτέχνες που έχουν έναν τρόπο να τα λένε και να τα κάνουν αυτά τα χιλιοειπωμένα πράγματα να είναι ιδιαίτερα. Πάντα υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει.
SP: Ποια είναι η γνώμη σας για το ελληνικό ραδιόφωνο;
Μ.Μ.: Το ραδιόφωνο το ελληνικό, όπως και το ραδιόφωνο σε όλο τον κόσμο, όπως και η τηλεόραση είναι πια θλιβερό. Υπάρχει κι εδώ πια το playlist, που είναι καταστροφικό πράγμα γι’αυτό που θέλουμε να σκεφτόμαστε ως ραδιόφωνο. Αντιλαμβάνομαι την εμπορική διάσταση του playlist, θα έπρεπε όμως να υπάρχει ένας μέσος δρόμος. Να υπάρχει ένα playlist για το 50% των επιλογών των παραγωγών και το υπόλοιπο να είναι στην ελευθερία του καθενός ανάλογα με τις προδιαγραφές του κάθε σταθμού. Έχω πάει σε ραδιοφωνικό σταθμό από αυτούς που κάνουν επιτυχία κι έχω δει πώς λειτουργεί το πράγμα, στην ουσία το μηχάνημα κάνει κουμάντο κι ο παραγωγός είναι εκεί για να λέει καμιά μαλακία για το σπόνσορα. Ήταν σημαδεμένο στο μηχάνημα όχι μόνο ποιο τραγούδι θα έπαιζε και σε ποια σειρά αλλά και σε ποιο σημείο μπορούσε να μιλήσει ο παραγωγός. Δηλαδή σε δέκα χρόνια που θα μιλάνε τα PC, δεν θα υπάρχουν παραγωγοί. Αυτό είναι ένας λόγος . Ο δεύτερος είναι ότι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί διοικούνται από ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με τη μουσική, καμία αγάπη. Κάνουν προσθέσεις, αφαιρέσεις, πολλαπλασιασμούς κι από εκεί βγάζουν συμπέρασμα. Αν δεν έχεις ένα στοιχειώδες όραμα, δεν λέω να αλλάξεις τον κόσμο ή να μάθεις στους ανθρώπους συγκροτήματα που δεν τα ξέρει ούτε η μάνα τους και τα ξέρει μόνο ο Χρήστος Δασκαλόπουλος, να έχεις όμως μια φιλοδοξία να ανοίξεις μια μικρή πορτούλα. Όπως όλα τα μέσα έτσι και το ραδιόφωνο είναι παραδομένο επί περιεχομένου στην διαφήμιση. Η διαφήμιση στην Ελλάδα κάνει ένα τρομερό κουμάντο στο περιεχόμενο των πραγμάτων, με την έννοια ότι σου παραγγέλνει το περιεχόμενο το οποίο να δικαιολογεί τη διαφήμιση που βάζει. Αν λοιπόν το περιεχόμενο είναι προϊόν παραγγελίας κι όχι διάθεσης των ανθρώπων που το κάνουν, καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι μια καταστροφή. Για να σου βάλει διαφήμιση σε ραδιοφωνικό σταθμό πρέπει να παίζεις τα top ten κι αυτά που ξέρουν οι διαφημιστές. Και να λες για τη Madonna και για αυτά τα κουτσομπολιά. Αυτό απαξίωσε την ιδιότητα του παραγωγού, δεν χρειάζεται παραγωγή με την έννοια να ξέρεις, δεν χρειάζεται να ξέρεις τίποτα. Οι δίσκοι από τις εταιρίες φτάνουν σημαδεμένοι. Αν πας στα σπίτια όλων αυτών που κάνουν (σ.σ. εκπομπή) σε αυτούς τους σταθμούς, έχουν σημάδια (σσ οι δίσκοι) από πίσω ποιο είναι το single. Με το μόνο πράγμα που δεν ασχολούνται τώρα πια οι παραγωγοί είναι η μουσική. Μαζεύουν κουτσομπολιά, διαβάζουν το CIAO και βλέπουν τηλεόραση, αλλά δεν ακούνε μουσική. Γι’ αυτό νομίζω το επίπεδο των παραγωγών του ελληνικού ραδιοφώνου είναι εξαιρετικά χαμηλό. Ο τρόπος που μιλάνε, αυτά που λένε, η παρουσία τους η ραδιοφωνική είναι θλιβερή. Αυτό είναι το ραδιόφωνο και δε νομίζω ότι θα αλλάξει κάτι. Λίγο πολύ σε όλο τον κόσμο λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο. Απλώς, υπάρχουν χώρες, οι οποίες μέσα στο κομμάτι του πολιτισμού τους έχουν συμπεριλάβει και τον μικρό. Του δίνουν τη δυνατότητα να υπάρχει αν αυτός αφορά λίγους ανθρώπους. Του δίνουν μια συχνότητα την οποία χρησιμοποιούν εναλλάξ κάποιοι φορείς, ή είναι συχνότητα στα μεσαία που δεν χρησιμοποιεί κανένας, θέλω να πω υπάρχουν τρόποι. Για παράδειγμα, τα κολεγιακά ραδιόφωνα. Στην Ελλάδα δεν προβλέπεται τίποτα για το μικρό, είναι σαν να μην υπάρχει.
SP: Υπάρχουν όμως και στην Ελλάδα μεμονωμένες προσπάθειες.
Μ.Μ.: Υπάρχουν. Έχουν να κάνουν με έντυπα που είναι ακόμα με μια πιο εύκολη μορφή απ’ ότι είναι το ραδιόφωνο, τα sites του internet. Αυτά υπάρχουν γιατί οι παρέες είναι ακόμη διαθέσιμες να κάνουν πράγματα αν τους δοθεί η ευκαιρία. Μακάρι να υπήρχε κι η δυνατότητα στο ραδιόφωνο. Έτσι όπως έγινε το ραδιόφωνο κοστίζει πια τόσο ακριβά να αποκτήσει κανείς μια συχνότητα, που ένα εναλλακτικού τύπου ραδιόφωνο είναι απίθανο να υπάρξει.
SP: Ποια είναι η άποψή σας για το μουσικό τύπο στην χώρα μας; Ποιο κενό φιλοδοξεί να καλύψει το Sonik;
Μ.Μ: Είναι εκεί μαζεμένη μια ομάδα ανθρώπων πιο παλιών και πιο καινούργιων, με έναν πόλο το Αvopolis κι έναν πόλο τις δικές μου γνωριμίες, που θέλει να καλύψει το κενό μιας αξιοπρεπούς ενημέρωσης η οποία δεν είναι αυτό που έλεγα πριν, ελεγχόμενη από τα πράγματα. Γιατί για να επιβιώσει ένα περιοδικό πρέπει ή να το κάνει με το δικό του τρόπο, δηλαδή με περιορισμένες πωλήσεις και προσπαθώντας με νύχια και με δόντια να βγει ή να στήσει κώλο στην αγορά, στις διαφημιστικές, στις δισκογραφικές γενικά στο κύκλωμα. Αν κάνεις αυτό το δεύτερο, μετά από λίγο αυτό που παράγεις γίνεται αναξιόπιστο. Επειδή λοιπόν, ο όποιος μουσικός τύπος θεωρώ ότι ήταν αναξιόπιστος, ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο κάναμε αυτό το περιοδικό. Θα επιμείνουμε σε αυτή την κατεύθυνση, ή θα επιβιώσει με τον τρόπο μας, δηλαδή να μπορούμε να λέμε και να γράφουμε αυτό που θέλουμε, ή θα σταματήσει. Αλλά δεν θα πάρουμε παραγγελία από την εταιρεία να γράψουμε. Ήδη από το πρώτο τεύχος υπάρχουν πολλές διαμαρτυρίες για πράγματα που γράφτηκαν. Και παρότι ήταν ένα πρώτο τεύχος που βγήκε χειρότερο από ότι υπολογίσαμε, εντούτοις προκάλεσε αντιδράσεις κι αυτό σημαίνει ότι είναι στο σωστό δρόμο. Υπάρχουν πολλοί που έχουν θυμώσει μαζί μας.
SP: Παρατηρείται, και στο νεοσύστατο Sonik, ότι ο κύκλος των δημοσιογράφων του μουσικού τύπου ανακυκλώνεται. Υπάρχει χώρος για νέους ανθρώπους ή μήπως ο κύκλος είναι τελικά τόσο κλειστός;
Μ.Μ.: Δυστυχώς οι άνθρωποι γενικά, όχι μόνο σε αυτό τον χώρο, φτιάχνουν μικρόκοσμους μέσα στους οποίους γίνεται αυτό που όλοι ξέρουμε ότι συμβαίνει στους μικρόκοσμους και το οποίο δεν έχει καμία ουσία. Θα έπρεπε βέβαια να είναι ένας χώρος πιο ανοιχτός και πιο φιλελεύθερος και να δίνει ευκαιρίες στους νέους ανθρώπους. Γιατί υποτίθεται ασχολούμαστε με αυτή τη μουσική και με αυτό τον τρόπο για να μην είμαστε σαν αυτό που κοροϊδεύουμε και τελικά γινόμαστε λίγο σαν αυτό. Όταν ξεκίνησα πίστευα ότι η μουσική, γενικά η τέχνη κάνει τους ανθρώπους καλύτερους. Αλλά δεν είναι αλήθεια. Είναι ένας χώρος ο οποίος είναι πιο μίζερος από ότι θα έπρεπε, δεν ανοίγει εύκολα τις πόρτες του στους νεότερους. Οι άνθρωποι δεν είναι τόσο ανοιχτοί. Δεν είμαι και πολύ ευχαριστημένος από το κύκλωμά μου, πολύ περισσότερα πράγματα περίμενα κι ακριβώς επειδή έχω μια διαδρομή στον χώρο πολύ μεγάλη κι έχω δει πολλούς ανθρώπους να περνάνε, δε συμβαίνει τίποτα διαφορετικό από ότι συμβαίνει στους άλλους χώρους. Οι άνθρωποι είναι το ίδιο μίζεροι, μικροπρεπείς, ανασφαλείς, ανελέητοι, όλα τα κακά που έχουν οι άνθρωποι, δε νομίζω ότι συμβαίνει κάτι άλλο από αυτό που συμβαίνει στα μπουζούκια για παράδειγμα. Σε επίπεδο ανθρώπων είναι το ίδιο.
SP: Ίσως αυτό συμβαίνει λόγω της υπερπροσπάθειας να μην μοιάσουμε σε αυτό που κοροϊδεύουμε, να δείξουμε ότι διαφέρουμε.
Μ.Μ.: Προφανώς. Θα έπρεπε να είναι ένα πιο ανοιχτό πράγμα όλο αυτό και να υπάρχει μεγαλύτερη επικοινωνία και διάθεση των ανθρώπων να δημιουργήσουν ομάδες και να κάνουν κάτι. Να είναι πιο πρόθυμοι. Δυστυχώς δεν είναι. Υπάρχουν άνθρωποι -μπορώ να μιλήσω για μονάδες- οι οποίοι είναι εξαιρετικά συνεπείς , που κάνουν αυτό το πράγμα από αγάπη και ενδιαφέρον για πάρα πολλά χρόνια αποκομίζοντας ελάχιστα οφέλη και παρόλα αυτά επιμένουν. Η συντριπτική πλειοψηφία όμως από τη γενιά μου, ξεκίνησαν με όλα τα όνειρα και τα οράματα και κατέληξαν να είναι χειρότεροι επιχειρηματίες από τους επιχειρηματίες τους οποίους κορόιδευαν, χειρότεροι εργοδότες, γκρινιάρηδες, μίζεροι. Αυτή η μουσική, ας πούμε το ροκ, περίμενα ότι θα κάνει τους ανθρώπους πραγματικά καλύτερους, δεν τους κάνει. Κι όπως διαπίστωσα εκ των υστέρων που το μυαλό μου άνοιξε κι άρχισα να ασχολούμαι και με άλλα πράγματα, ούτε τους σκηνοθέτες κάνει καλύτερους, ούτε τους ηθοποιούς, ούτε τους συγγραφείς, η τέχνη από μόνη της. Αν το άτομο είναι, παραμένει μαλάκας ακόμα κι αν έχει διαβάσει 180.000 βιβλία κι έχει ακούσει όλους τους δίσκους που έχουν κυκλοφορήσει. Αν είναι μαλάκας, είναι μαλάκας.
SP: Ίσως τότε είναι και δύο φορές μαλάκας.
Μ.Μ.: Ναι, γιατί πέρασε από δίπλα του και δεν κατάλαβε τίποτα!
SP: Είπατε νωρίτερα ότι ο χώρος αυτός δε διαφέρει σε επίπεδο ανθρώπων. Σε τι λοιπόν διαφέρει;
Μ.Μ.: Το γενικό μου συμπέρασμα είναι ότι δεν διαφέρει σε τίποτα.
SP: Και καταλήγουμε να είναι προσωπική υπόθεση του καθενός;
Μ.Μ.: Ναι, καταλήγουμε σε αυτό. Όχι μόνο δεν είδα βελτίωση στους ανθρώπους από την τέχνη, ξέρω ανθρώπους τριάντα χρόνια επαγγελματικά, δεν τους ξέρω προσωπικά, είδα όμως την πορεία τους στον χώρο και την συμπεριφορά τους μέσα στον χρόνο. Όχι απλά δεν είδα να καλυτερεύουν, είδα να γίνονται τόσο χειρότεροι που σου κάνει εντύπωση. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα, εκτός από… Μπορώ να αναφέρω πέντε δέκα άτομα που δεν το έκαναν και δεν το κάνουν. Αλλά αυτή είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Η γενιά μου και οι μεγαλύτεροι από εμένα και υποθέτω και οι νεότεροι από εμένα, γιατί αυτό το πράγμα δεν αλλάζει, δεν είδα να βελτιώνεται σε τίποτα επειδή ενεπλάκησαν με τη μουσική. Αυτό από μόνο του σε ελάχιστους ανθρώπους έκανε ευδιάκριτο καλό. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα πράγμα πολύ προσωπικό και έχει να κάνει με τις γενικότερες προδιαγραφές και πώς εμπλέκεσαι με αυτό το πράγμα και τι θέλεις να γίνει μέσα από αυτό. Αν είχες εδώ κάποιον άλλο και τον ρωτούσες για μένα θα σου έλεγε χίλια δυο αλλά εγώ για τον εαυτό μου μπορώ να απαριθμήσω τα οφέλη και πώς με έκανε καλύτερο άνθρωπο σε σχέση με τις δικές μου προδιαγραφές.
SP: Είχατε γράψει κάποια στιγμή στην Athens Voice ότι ‘το rocknroll του21ου αιώνα είναι το τακτοποιημένο soundtrack μιας γενιάς που θέλει να τακτοποιηθεί’. Μήπως αυτό αδικεί λίγο τη γενιά μας;
Μ.Μ.: Νομίζω πια γενικά ότι το παιχνίδι της ζωής παίζεται για όλους σε προσωπικό επίπεδο. Κάθε γενιά θα έχει ενδιαφέροντα άτομα, τα οποία θα ψάχνονται διαφορετικά. Εγώ πάρα πολλά χρόνια υπήρξα μέλος συλλογικών προσπαθειών ανεξάρτητα αν κατέληξαν κάπου ή αν εκ των υστέρων μετάνιωσα για κάποιες από αυτές. Υπήρχαν συλλογικές προσπάθειες ακόμη και σε επίπεδο καθημερινού χαβαλέ. Στα νιάτα μου πήγαινα δίπλα στο πρακτορείο στο ποτάμι. Εκεί υπήρχε μια ντισκοτέκ που λεγόταν Atomic. Η σαββατιάτικη διασκέδασή μας ήταν να πηγαίνουμε εκεί ως ροκάδες και να περιμένουμε αυτούς που πήγαιναν στη ντισκοτέκ να βγουν έξω με τις γκόμενες και τις αδερφές τους, για να πλακωθούμε στο ξύλο. Κάθε Σάββατο βράδυ στις 2 η ώρα γινόταν μια φοβερή σύρραξη, που ήταν σα μάχη από αυτές που βλέπεις καμιά φορά στον κινηματογράφο, των αρχαίων πολεμιστών που συγκρούονται. 150 εναντίον 150 πλακωνόμασταν στο ξύλο με βασικό αντικείμενο ότι εμείς ακούμε ροκ κι αυτοί ποπ. Αυτό δε νομίζω ότι υπάρχει πια, έχει χαθεί. Έτσι μένει στον καθένα να τραβήξει το δρόμο του και να δει μέσα από τα διάφορα πράγματα τι μπορεί να κάνει. Επειδή λοιπόν, δεν υπάρχει συλλογική προσπάθεια δε μπορεί να διακρίνεις κάτι στη νεότερη γενιά και να δεις αν συμβαίνει αυτό. Συμβαίνει σε επίπεδο παρέας. Αυτό που νομίζω ότι είναι γενική αίσθηση -μιλώντας για το μέσο όρο και όχι για τις εξαιρέσεις- είναι μια γενιά η οποία θέλει να τακτοποιηθεί, να βρει μια δουλειά. Το ροκ τότε υπέθαλπε μια επαναστατικότητα την οποία τώρα δεν υποθάλπει. Τα συγκροτήματα θέλουν τώρα να βρουν μια εταιρεία, να βγάλουν ένα δίσκο, να κάνουν αυτό που τους λέει η εταιρεία, να δίνουν συνεντεύξεις. Οι Last Drive, για να το φέρω στα δικά μας και να κάνω ένα παράδειγμα, το 1980 αν τους έλεγαν να πάνε στο fame story δεν θα πήγαιναν, θα αποχωρούσαν από την εταιρία και θα διαλυόταν το συγκρότημα αν αυτό ήταν απαραίτητο για να μην πάνε. Οι Raining Pleasure πήγαν, δεν ήθελαν, πήγαν όμως γιατί η εταιρία τους πίεσε και τους είπε ότι αυτό θα σας κάνει καλό. Αυτή είναι η διαφορά, αυτό ήθελα να πω. Τώρα σε ατομικό επίπεδο υπάρχουν άτομα τρομερά. Καθημερινά γνωρίζω νέους ανθρώπους που μου κάνουν φοβερή εντύπωση. Όπως και στη δική μου εποχή, θα ασχοληθούν και σήμερα με κάτι χωρίς να παίρνουν λεφτά. Θα κάνουν αυτό που τους αρέσει αδιαφορώντας για όλο αυτό που λέμε επαγγελματική αποκατάσταση. Απλώς δεν είναι ευδιάκριτο.
SP: Ωστόσο και σήμερα υπάρχουν συγκροτήματα -ας τα ονομάσουμε alternative - τα οποία θα προτιμούσαν να διαλυθούν παρά να πάνε στο fame story. Απλά δεν τους δίνονται οι ευκαιρίες να προβληθούν. Για παράδειγμα οι Hidden Cameras (σ.σ. δείχνοντας μια αφίσα στον τοίχο).
Μ.Μ.: Ναι, τότε όμως υπήρχαν από συγκροτήματα που δεν ήταν alternative. Το alternative σε βάζει αυτομάτως σε μια θέση. Για μια εποχή το alternative ήταν το mainstream. Κι αυτή η συμπεριφορά υπήρχε από συγκροτήματα που δεν ήταν στο περιθώριο. Γιατί κανείς δε δίνει σημασία για το αν θα αντιδράσουν οι Hidden Cameras στο fame story. Tο θέμα είναι να μην πάει ο Νταλάρας. Αυτό λοιπόν συνέβαινε κάποτε γιατί υπήρχε μια ιδεολογία πίσω απ΄αυτό το πράγμα. Τα punk συγκροτήματα έκαναν μεγάλη επιτυχία κι αντιδρούσαν. Το να πουν οι Clash όχι, είχε διαφορετική σημασία απ΄το να πουν όχι οι ‘ΑΝΙΠΑΡΚΤΙΑΝΣ’. Τώρα λοιπόν αντιδρούν συγκροτήματα που μπορεί να μην παίζουν κανένα ρόλο στη γενικότερη ψυχολογία. Προφανώς υπάρχουν συγκροτήματα που αντιδρούν, μουσικοί που είναι συνεπείς. Απλώς η κοινωνία σε συνδυασμό με τα μέσα τα έχουν εξοβελίσει στην ανυπαρξία. Πρέπει να πας να το βρεις, δεν το βλέπεις πουθενά.
SP: Ίσως λοιπόν είναι θέμα γενικότερης κουλτούρας και παιδείας. Ο κόσμος δεν είναι δεκτικός σε νέα πράγματα;
Μ.M.: Αυτό ισχύει πάρα πολύ πια. Νομίζω ότι οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου δεκτικοί. Ούτως ή άλλως είστε καταδικασμένοι σε μια εποχή που τίποτα δεν την ευνοεί, με την έννοια ότι όλα τα πράγματα είναι ελεγχόμενα. Αυτά τα οποία θα μπορούσαν να βγουν προς τα έξω από αυτό που συμβαίνει, δεν βγαίνουν κι έτσι είναι μόνιμα καταδικασμένα στην ανυπαρξία. Mόνο οι άνθρωποι που είναι πρόθυμοι να πάνε να το βρουν, το βρίσκουν. Kι οι άνθρωποι δεν είναι πια πρόθυμοι, γιατί όλος ο μηχανισμός δουλεύει γι αυτό, για να μην είναι πρόθυμοι. Οι άνθρωποι λοιπόν με διάφορους τρόπους ξεγελιούνται πολύ εύκολα. Για παράδειγμα παίζω διάφορους δίσκους στην εκπομπή μου που δεν είναι από αυτούς που θα πας να βρεις στο Metropolis και παίρνουν λοιπόν τηλέφωνο. Και μου λένε: πήγα στο Metropolis και δεν το βρήκα. Έχει περάσει ως δεδομένο ότι στο Metropolis θα το βρεις, δηλαδή πού να πας, στο μικρό δισκάδικο του κώλου; Στην εποχή μου δεν υπήρχε Metropolis, αλλά και να υπήρχε πιστεύω κανείς δε θα πήγαινε. Οι άνθρωποι πήγαιναν σε τρύπες, τώρα δεν το κάνουν αυτό. Κυκλοφορούσαν τόσα fanzine, χάθηκαν γιατί για να το βρεις πρέπει να το ψάξεις, δεν είναι στο super market. Οι άνθρωποι λοιπόν σταμάτησαν να ψάχνουν κι έτσι όλο αυτό το πράγμα πέρασε στο περιθώριο.
SP: Μήπως τελικά αδικούμε τη μουσική την ίδια, ενώ είναι περισσότερο ένα κοινωνικό φαινόμενο που οφείλεται στους διαφημιστές και τις εταιρίες;
Μ.M.: Βεβαίως αδικούμε τη μουσική πάρα πολύ. Σίγουρα συμβαίνουν ενδιαφέροντα πράγματα, σίγουρα υπάρχουν τρομερά άτομα που αυτή τη στιγμή κάθονται σπίτι τους και κάνουν τρομερά πράγματα που αν τα ακούγαμε θα πέφταμε ανάσκελα. Ο μηχανισμός γενικά είναι εναντίον αυτού του πράγματος, δεν το ευνοεί καθόλου. Αυτά που τώρα γίνονται και έχουν πραγματικό ενδιαφέρον είναι τελείως στο περιθώριο. Σίγουρα αδικούμε τη μουσική, σίγουρα αυτό που βγαίνει στην επιφάνεια δεν είναι το καλύτερο. Από την άλλη όμως, δεν υπάρχει κι ένα ικανοποιητικό ποσοστό κόσμου γιατί αν μεγαλύτερο μέρος του κόσμου ήταν πιο δεκτικό θα πήγαινε εκεί και θα το ξετρύπωνε, θα το έβγαζε στην επιφάνεια. Και επειδή η αγορά να πουλάει θέλει, δεν την ενδιαφέρει να πουλήσει οτιδήποτε αρκεί να δει ότι ο κόσμος ενδιαφέρεται. Και πάντα ο κόσμος τα κάνει τα πράγματα να έρθουν στην επιφάνεια. Πάντα υπάρχουν πράγματα τα οποία είναι ενδιαφέροντα. Νομίζω ότι υπάρχει ένα γενικό νέφος όσον αφορά την κοινωνική πραγματικότητα. Οι άνθρωποι δεν είναι πια τόσο δεκτικοί να ψάχνουν, δουλεύουν πάρα πολύ, η αγωνία της επιβίωσης είναι πια πολύ δύσκολη. Πάλι για να κάνω μια σύγκριση, έζησα μια πιο ρέμπελη ζωή, εγώ και η γενιά μου, γιατί αυτό ήταν και πιο εύκολο, χρειαζόσουν λιγότερα λεφτά. Τώρα πρέπει να βγάζεις κάμποσα λεφτά για να κάνεις αυτό που κάναμε εμείς. Δεν ευνοούνται οι άνθρωποι από τις συνθήκες για να διαθέτουν χρόνο να ψάχνουν, να ασχολούνται. Παρόλα αυτά, κάτι γίνεται ακόμη και έτσι. Παρόλο που το ενδιαφέρον είναι μικρό, είναι πάρα πολύ δυνατό. Ακόμα και σε τέτοιες εποχές που καθόλου δεν ευνοείται, καταφέρνει και επιβιώνει. Ενώ οι μεγάλες εταιρίες αντιμετωπίζουν πάρα πολλά οικονομικά προβλήματα, συνέχεια μικρές ανεξάρτητες εταιρίες ξεπετάγονται, βγάζουν κάποιους δίσκους που δεν θα έβγαιναν ποτέ, βγαίνει ένα περιοδικό μουσικό σε μια εποχή που τίποτα δεν το ευνοεί, δημιουργούνται site από διάφορες παρέες. Πάντα κάτι γίνεται. Και νομίζω ότι αυτό είναι το ενδιαφέρον της υπόθεσης, ότι μένει ζωντανό και στις πιο δύσκολες περιόδους.
SP: Στο μέλλον πιστεύετε ότι το σύστημα θα εντάξει στους κόλπους του αυτές τις ανεξάρτητες προσπάθειες ή αυτές θα οδηγήσουν σε μια ‘ανατροπή’ του συστήματος;
Μ.Μ.: Το δεύτερο πιστεύω. Πάντα μέχρι να πάψει ο κόσμος να υπάρχει, θα δημιουργούνται οι προϋποθέσεις και κυρίως σε τέτοιες περιόδους. Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια δίνει τροφή για να δημιουργηθεί αντίδραση. Γιατί αντιδράσεις δημιουργούνται πάντα όταν τα πράγματα είναι πολύ ζόρικα. Τότε κάτι σκάει. Στη δεκαετία του 50 που η Αμερική ζούσε το μεγάλο αμερικανικό όνειρο, αν μίλαγες με τον πιο σοφό άνθρωπο το 52, κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει τι θα γινόταν το 55 με το rocknroll. Αυτά τα πράγματα νομίζω ότι σκάνε ξαφνικά και αιφνιδιάζουν τους πάντες. Κανείς δε μπορεί να πει ότι ‘εγώ το προβλέπω’. Περισσότερο είναι μια αίσθηση ότι όσο το πράγμα το πατάς προς τα κάτω, δημιουργεί μια αντίδραση. Δεν έχω καμία εκτίμηση στη γενιά μου, δεν έχω πολύ περισσότερο στη γενιά που έρχεται μετά από εμένα, σε αυτή που είναι τώρα 35-38, αυτή η γενιά του ΚΛΙΚ, τα κωστοπουλάκια. Αυτοί νομίζω ότι είναι χειρότεροι. Οι πιο νέοι, όσοι είναι 28 και κάτω νομίζω ότι ακριβώς επειδή ζουν ένα ζόρι σε σχέση με όλα τα πράγματα που περιγράψαμε πριν, νομίζω ότι έχουν πράγματα με ενδιαφέρον στο μυαλό τους. Και πολλοί προσπαθούν όχι μόνο στη μουσική αλλά σε όλους τους τομείς της τέχνης. Από αυτή τη γενιά και τις νεότερες θα προκύψουν πράγματα με ενδιαφέρον. Δεν νομίζω ότι κανείς περίμενε τις αντιδράσεις στο Seattle και τη Γένοβα, όπου έγιναν από νέους ανθρώπους. Ήταν ένα κόλπο που έγινε ξαφνικά στον χώρο του αοράτου. Μαζεύτηκαν άνθρωποι και πήγαν εκεί περισσότερο υποθέτω για να μαζευτούν παρά για να αντιδράσουν για κάτι που ήταν πάρα πολύ συγκεκριμένο. Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι κάτι υπάρχει το οποίο με τις κατάλληλες συνθήκες θα εκραγεί. Θα οδηγηθεί πάλι σε αδιέξοδο, αυτό θα γίνεται, αλλά τέλος πάντων κάποια στιγμή κάτι θα γίνει.
SP: Τι πιστεύετε για το ελληνικό, ας το ονομάσουμε εναλλακτικό, κοινό; Αυτό για παράδειγμα που ακούει την εκπομπή σας και διαβάζει το sonicplayground.Υπάρχει ή είναι πολύ περιορισμένο;
Μ.Μ.: Εξαιτίας μιας σειράς συνθηκών και τηρουμένων των αναλογιών αυτής της χώρας, υπάρχει ένα πολύ καλύτερο σε ποιότητα κοινό και πολύ μεγάλο -σε σχέση με τον πληθυσμό- από ότι υπάρχει σε άλλες χώρες, υποτίθεται πιο προηγμένες. Όταν ερχόταν εδώ ο Nick CaveBirthday Party και μόνος του, έπαιζε στην Αγγλία σε κάτι καταγώγια που το Αν μπροστά τους… Αυτό υπήρξε και με πολλά άλλα συγκροτήματα. Η εναλλακτική σκηνή, οι Sonic Youth και οι Triffids είχαν εδώ πολύ μεγάλη ανταπόκριση αναλογικά από ότι είχαν σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου. Και νομίζω αυτό συνεχίζει να ισχύει. και μαζεύονταν πολλοί να τον ακούσουν επί
SP: Ποιες είναι αυτές οι συνθήκες που ευνόησαν τη δημιουργία αυτού του κοινού;
Μ.Μ.: Για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα υπήρξε η δυνατότητα αυτή η σκηνή να υπάρχει σε μεγαλύτερο εύρος από ότι πραγματικά της αναλογούσε. Μέσω περιοδικών, μέσω ραδιοφωνικών σταθμών, δημιουργήθηκε μία γενιά η οποία έβλεπε όλο αυτό το πράγμα σαν μια διαφοροποίηση από αυτό που συνέβαινε τότε. Όταν άρχισαν να γίνονται συναυλίες στην Ελλάδα υπήρχε μια γενιά η οποία ήθελε να αντιδράσει σε αυτό που γινόταν. Μετά τη μεταπολίτευση λοιπόν, αυτό που συνέβαινε ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Ηλίας Ανδριόπουλος, ο Θωμάς Μπακαλάκος και κάτι απίστευτοι που τραγουδούσαν το λεγόμενο πολιτικό τραγούδι, οι οποίοι όχι μόνο ήταν αυτό το οποίο κυριαρχούσε, ήταν πάρα πολύ επιθετικοί μέσω του ΚΚΕ και μέσω του ΠΑΣΟΚ-το περισσότερο ξύλο σε συναυλίες επί ΠΑΣΟΚ έχει πέσει- ήταν πάρα πολύ αρνητικοί απέναντι σε αυτό το ξενόφερτο πράγμα. Κι ενώ στον υπόλοιπο κόσμο συνέβαιναν πολλά πράγματα, στις αρχές τις δεκαετίας του 80 εμείς ήμαστε μια κυνηγημένη μειοψηφία, μας κυνηγούσε η εξουσία του ΠΑΣΟΚ. Σε όλες τις συναυλίες που έγιναν στο Σπόρτινγκ και στο γήπεδο της λεωφόρου Αλεξάνδρας το 1980 επί ΠΑΣΟΚ έπεσε το ξύλο της αρκούδας προληπτικά. Επί ΠΑΣΟΚ υπήρχε λογοκρισία στα τραγούδια, για να βγάλεις δίσκο πήγαινες τους στίχους των τραγουδιών στο υπουργείο προεδρίας για να τους εγκρίνουν. Το ΠΑΣΟΚ όταν ανέβηκε στην εξουσία ήταν συντηρητικό και υποχείριο όλης αυτής της αντίληψης περί ξενόφερτου πολιτισμού από την Αμερική. Υπήρχε ένα πράγμα πολύ κυνηγημένο και αυτό συσπείρωσε πάρα πολλούς ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να είχαν διαφορετική ιδεολογία σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά υπήρχε ένα σημείο αναφοράς. Ο Nick Cave και οι Sonic Youth αποτελούσαν τη διάθεση αυτών των ανθρώπων να είναι διαφορετικοί από εκείνο που συνέβαινε αυτή την εποχή. Και αυτό δημιούργησε μια γενιά, ας την πούμε εναλλακτική για να συνεννοηθούμε, η οποία ήταν πολύ μεγαλύτερη από ότι της αναλογούσε και από ότι θα ήταν υποθέτω αν ήμαστε μια χώρα η οποία θα είχε ακολουθήσει την πορεία άλλων χωρών της Ευρώπης. Θα πω ένα ακραίο παράδειγμα, οι Crash, ακραίο punk γκρουπ, είχαν πολύ περισσότερους φανατικούς στην Ελλάδα από ότι σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου. Αν έρχονταν οι Crash εδώ τότε, δεν νομίζω ότι θα είχαν δει τόσο κόσμο στη ζωή τους. Και αυτό το κοινό συντηρείται γιατί περνάει με κάποιο τρόπο από γενιά σε γενιά. Αυτό το κοινό είναι που αντιδρά στα καινούρια πράγματα, απλώς υπάρχει μετά ένα εμπόδιο. Θέλω να πω, ρίχνεις την πετρούλα στη λίμνη και ο ένας κύκλος δημιουργεί τον άλλο. Δεν υπάρχει αυτό εδώ. Ρίχνεις την πετρούλα στη λίμνη, αντιδρά αμέσως ο πρώτος κύκλος και μετά κάτι το κόβει. Αλλά ο πολιτισμός μιας κατηγορίας ανθρώπων νομίζω είναι πολύ υψηλού επιπέδου. Ακούν δίσκους, ανακαλύπτουν νέα γκρουπ, έχουν ένα ενδιαφέρον πραγματικό ακόμα, παρόλο που νομίζω ότι και αυτό έχει κάπως ελαττωθεί σε επίπεδο ποσότητας. Νομίζω υπάρχει ένα κομμάτι ανθρώπων που ενδιαφέρονται πραγματικά για τα πράγματα, με έναν τρόπο που δεν τον συναντάς εύκολα στην Αγγλία και τη Γαλλία.
SP: Ισχύει αυτό που υποστηρίζουν οι διοργανωτές συναυλιών ότι δεν φέρνουν νέα γκρουπ επειδή δεν υπάρχει το ανάλογο κοινό; Βέβαια, το live των Franz Ferdinand το κατέρριψε αυτό. Πιστεύετε ότι θα υπάρξει συνέχεια και με άλλα συγκροτήματα που συζητούνται τόσο πολύ;
Μ.Μ.: Υπάρχουν πάρα πολλά νέα συγκροτήματα που αν έρχονταν τώρα θα γίνονταν sold out. Με τους διοργανωτές υπάρχει ένα πρόβλημα, το έζησα πολλά χρόνια και το ξέρω πολύ καλά. Όταν είσαι αδιάβαστος, είσαι επιφυλακτικός. Οι διοργανωτές είναι αδιάβαστοι. Τους λες λοιπόν, ‘δε φέρνουμε τους Franz Ferdinand;’ Και σου λένε ‘ποιοι είναι οι Franz Ferdinand;’. Αν ξεκινάς με το διοργανωτή από αυτό, είσαι χαμένος από χέρι. Αυτό νομίζω είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα είναι ότι οι διοργανωτές παίρνουν πληροφορίες από τις εταιρίες δίσκων. ‘Πόσο πουλάνε οι Killers;’, ‘300 cd’, ‘γιατί να τους φέρω;’. αυτό όμως δεν έχει καμία σχέση. Οι άνθρωποι πια βρίσκουν τα cd με άλλους τρόπους, τα κλέβουν, τα κατεβάζουν, τα παίρνει ο ένας και τα δίνει στον άλλο, δεν αγοράζουν cd. Ότι οι Killers πουλάνε 300 cd δεν σημαίνει ότι αν έρθουν δεν θα πάει ο κόσμος, θα πάει. Επειδή ο άλλος δεν έχει την αυτοπεποίθηση του ‘ξέρω τι συμβαίνει’ προσπαθεί να βρει την άκρη και αρχίζει να ρωτάει. Του λέει η εταιρία ότι δεν πούλησε, την έχει πατήσει και μια δυο φορές ο διοργανωτής από λάθος επιλογές και έτσι καταλήγει σε Deep Purple να κάνουν δυο sold out Deep Purple, στους Uriah Heep, πάει πολύ εύκολα σε οτιδήποτε προέρχεται από το παρελθόν και είναι πολύ δύσπιστο στο να δοκιμάσει κάτι καινούριο. Γιατί υπάρχει αυτό το πρόβλημα γενικά. Παρότι έχουν περάσει πάνω από είκοσι χρόνια συναυλιών, δεν έχουν γίνει μέρος της κουλτούρας μας. Στο εξωτερικό υπάρχει μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων που όπως πάνε στο bar για ένα ποτό, πάνε σε συναυλίες. Είναι μέρος της διασκέδασής τους. Εδώ ακόμα έχει μια ιδιαίτερη διάσταση. Δεν πάει ο άλλος στο Αν να δει τρία καινούρια ελληνικά συγκροτήματα με 6 ευρώ. Θέλει να ξέρει το group, να έχει μια εγγύηση. Νομίζω ότι δεν είναι καλή αντιμετώπιση. Βέβαια δεν είναι και εύκολο να είσαι ανοιχτός σε κάτι που κάνει 30 ευρώ. Υπάρχει και αυτό που λένε ότι είμαστε μακριά και δεν μπορούν να έρθουν τα group. στο Λυκαβηττό. Τα οποία τα κάνουν γιατί υπάρχει αυτό το κομμάτι της ελληνικής ροκ πραγματικότητας που κάποια στιγμή σταμάτησε να έχει οποιαδήποτε επαφή με τα καινούρια. Πάει εύκολα στους
SP: Πιστεύετε ότι τα εισιτήρια είναι υπερτιμημένα σε σχέση με το εξωτερικό;
Μ.Μ.: Είναι ακριβά γιατί υπάρχει αυτό το θέμα της απόστασης που επιβαρύνει κάπως τα πράγματα αλλά επειδή δεν είναι πολλά τα συγκροτήματα που είναι πρόθυμα να έρθουν στην Ελλάδα, ακριβώς γιατί χάνουν χρόνο και ούτως ή άλλως σε αυτές τις δουλειές κουμάντο κάνουν οι manager. Ο manager λοιπόν λέει: ‘Γιατί να τρέχω στην Ελλάδα και δεν κάνω άλλη μια στη Γερμανία και να είμαι στην κεντρική Ευρώπη;’. Θέλουν δηλαδή τη λιγότερη δυνατή μετακίνηση και να πάρουν τα ίδια λεφτά τριγυρνώντας στη Γερμανία, την Αγγλία, την Γαλλία κτλ. Δεν είναι λοιπόν πολύ πρόθυμοι οι manager να φέρουν τα συγκροτήματα τους εδώ και όταν αυτό προκύψει ως πιθανότητα, πέφτουν αυτοί οι τρεις μεγάλοι διοργανωτές συναυλιών και κάνουν πλειστηριασμό. Και ξαφνικά η συναυλία η οποία υπό κανονικές συνθήκες θα γινόταν με τόσες χιλιάδες ευρώ, άρα τα εισιτήρια θα έκαναν 20 ευρώ, γίνεται με τόσες χιλιάδες ευρώ και για να βγάλουν τα επιπλέον λεφτά που έδωσαν για να κερδίσουν το συγκρότημα, πληρώνουμε εμείς. Υπερτιμολογούνται οι συναυλίες γιατί γίνονται όλα σε επίπεδο πλειστηριασμού.
SP: Για την πρόσφατη συναυλία του Cave, που τόσο συζητήθηκε πριν καν γίνει, έχετε να πείτε κάτι; (σ.σ. το live έγινε τρεις μέρες πριν τη συνέντευξη)
Μ.Μ.: Έχω να πω ότι όπως γινόταν παλιά στο Σπόρτινγκ, τα γήπεδα μπάσκετ είναι οι χειρότεροι χώροι για συναυλίες από πλευράς ήχου. Και αν δεν το φτιάξουν αυτό το πράγμα, γιατί από ότι κατάλαβα είναι από τους χώρους που προορίζονται για συναυλίες, αν δεν βάλουν μονωτικά σε αυτόν τον τενεκέ από πάνω, είναι πολύ σπαστικό και άσχημο. Νομίζω ο ήχος παίζει σημαντικό ρόλο στις συναυλίες. Ο ήχος λοιπόν, λέω τα αρνητικά, μου έκανε κακή εντύπωση όπως και το κοινό, όχι όλο το κοινό αλλά ένα μεγάλο κομμάτι. Συνολικά αν πρέπει να βγάλω ένα συμπέρασμα, είναι το χειρότερο κοινό που έχω δει σε συναυλία του Cave. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα, όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, -αυτή είναι η εξήγησή μου- που έγινε λίγο της μόδας. Σε αυτές τις περιπτώσεις μαζεύεται κόσμος που δεν έχει καμία σχέση, είναι κόσμος που ‘είναι αλλού’, που όσο περνάει η ώρα δυσαρεστείται πιο πολύ και κοιτάζει το ρολόι του. Δεν είμαι από αυτούς με τα feng shui και τέτοια, αλλά η κακή διάθεση μεταδίδεται. Μου άρεσε πάρα πολύ η μπάντα, το καλύτερό μου ήταν η μπάντα. Νομίζω από τότε που έφυγε αυτός ο μαλάκας (σ.σ. Blixa Bargeld) απελευθερώθηκαν όλοι και παίζουν πολύ καλύτερα. Ο Cave παίρνει άλλη διάσταση στη σκηνή. Λένε διάφοροι ότι δεν είναι όπως παλιά και ότι δεν είναι τόσο κουρέλι, αυτό δεν μπορώ να το ακούω πια. Το ίδιο λένε για τον Iggy Pop, ότι δεν πέφτει πια στα γυαλιά- 50 χρόνων άνθρωπος να πέφτει στα γυαλιά! Γενικά, μια χαρά, μου αρέσει το album πάρα πολύ. Όσο μεγαλώνει νομίζω ότι γίνεται επί της ουσίας καλύτερος. Έφυγε αυτός ο μαλάκας και η μπάντα –φαίνεται και στο δίσκο- έπαιζε πραγματικά πολύ ωραία. Ο Blixa, τα πρώτα χρόνια μπορεί να ήταν αλλιώς, τα τελευταία χρόνια όμως μόνο κακό έκανε.
SP: Είχε γραφτεί στην Athens Voice ότι σκοπεύετε να διοργανώσετε συναυλίες σαν αυτή για τη γιορτή της μουσικής.
Μ.Μ.: Ναι, θα κάνουμε τώρα πολλά πράγματα. Είμαι υπέρ του να γίνονται τέτοια πράγματα κι επειδή έχω τη δυνατότητα, με την έννοια ότι η εφημερίδα είναι πρόθυμη και εγώ ξέρω τους ανθρώπους, θέλω να κάνω πράγματα που θα είναι τζάμπα. Θα βγάλω cd από συγκροτήματα που δεν έχουν συμβόλαιο και μου στέλνουν demo και έχουν ενδιαφέρον. Με όλες αυτές τις δυσκολίες όμως δεν είναι εύκολο να βγάλουν δίσκο. Ο καινούριος ήχος της πόλης. Με ενοχλεί όταν αλλού γίνονται τέτοια πράγματα και εμείς δεν τα κάνουμε, εννοώ η ροκ κοινότητα. Θέλω να κάνω μια συναυλία άμεσα για τους ανθρώπους που είναι στο δρόμο. Κι αυτό θα είναι το επόμενο. Δηλαδή τα δυο επόμενα πράγματα που έχω στο μυαλό μου σχετικά με την Athens Voice είναι μια συλλογή -πιθανώς διπλή- και μια συναυλία που θα παίξουν όσο το δυνατό περισσότερα συγκροτήματα για να μαζευτούν λεφτά για τους άστεγους.
SP: Η πειρατεία σκοτώνει τη μουσική;
Μ.Μ.: Όχι, είναι ένα μεγάλο παραμύθι αυτό. Έχω ένα ακλόνητο επιχείρημα το οποίο δεν μπορεί κανείς να καταρρίψει. Τη δεκαετία του 80 οι χρυσοί και πλατινένιοι δίσκοι στην Ελλάδα γίνονταν σε διπλάσιες ποσότητες από ότι σήμερα. Ενώ υπήρχαν λοιπόν τρομερές πωλήσεις δίσκων, γιατί πολλοί δίσκοι γίνονταν χρυσοί και πλατινένιοι, η πειρατεία της κασέτας ήταν χιλιαπλάσια από την πειρατεία στα cd, που υπάρχει τώρα. Τα δισκοπωλεία τα ίδια, όλοι οι dj που έπαιζαν στα club μαζί με χιλιάδες ανθρώπους σε κάθε πλατεία με καρότσια πούλαγαν κασέτες με τα πάντα. Πούλαγαν λοιπόν αυτές οι κασέτες κι εντούτοις οι δίσκοι γίνονταν χρυσοί και πλατινένιοι. Καμία πειρατεία δεν σκοτώνει τη μουσική. Όταν υπάρχει πραγματικά ενδιαφέρουσα μουσική προς πώληση και οι τιμές είναι σε ένα λογικό επίπεδο. Και να φέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, και το ξέρουν και οι ίδιες οι εταιρίες γιατί το ομολογούν στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις. Επειδή είχα να το δω χρόνια, από τότε που άνοιξε δεν το είχα ξαναδεί στο Metropolis –λέω για ένα μεγάλο δισκάδικο τύπου super market- μέτρησα ότι ήμουν 18ος στη σειρά και περίμενα στο ταμείο. Αυτό γιατί οι δίσκοι έκαναν 6,90 ευρώ και μπορεί να βρεις σε αυτή την τιμή δίσκους που πραγματικά θα ήθελες να έχεις. Οι τιμές έπεσαν και οι άνθρωποι αγοράζουν. Όταν ο πλανόδιος πειρατής πουλάει το cd 4 ή 5 ευρώ και μπορεί κανείς να το πάρει 6,90 ή 10 ευρώ αυθεντικό με το εξώφυλλο κλπ, νομίζω ότι οι άνθρωποι προτιμούν το original. Και αυτό καταρρίπτει και το άλλο παραμύθι που έλεγαν πάρα πολύ καιρό ότι δεν μπορεί να πέσουν οι τιμές γιατί είναι σταθερές εδώ και πάρα πολλά χρόνια, διότι είναι στο όριο και δεν μπορεί να πέσουν. Κι αφού δεν γινόταν τόσα χρόνια να πέσει, πώς έπεσε ξαφνικά; Όταν έσφιξαν οι κώλοι πάρα πολύ, οι τιμές έπεσαν. Είναι απλό, μας κλέβουν. Σας κλέβουν μάλλον -δεν κάνει να μιλάω εγώ για τιμές που παίρνω τόσους πολλούς δίσκους τζάμπα- και είναι αμαρτία για τους ανθρώπους που πληρώνουν, αγοράζω και εγώ βέβαια αλλά…Κλέβουν τους ανθρώπους και ποιο είναι το γαμώτο; Πληρώνει τα απίστευτα μεγάλα συμβόλαια και τις τρομερές διαφημίσεις που κάνουν για τους super star. Αγοράζεις το αγαπημένο σου συγκρότημα και πληρώνεις το νταβατζιλίκι της Βίσση. Είναι αμαρτία. Και αυτό ισχύει για όλη τη βιομηχανία της μουσικής παγκοσμίως. Για να κάνουν απόσβεση από αυτά τα απίστευτα λάθη που έχουν κάνει, πληρώνουμε όλοι εμείς. Και ενώ οι μεγάλες εταιρίες έχουν προβλήματα, υπάρχουν μικρές εταιρίες οι οποίες πάνε μια χαρά. Η πειρατεία δε σκοτώνει τη μουσική, οι άνθρωποι της μουσικής βιομηχανίας τη σκότωσαν. Στη δεκαετία του 50, του 60 και ως ένα βαθμό στη δεκαετία του 70, ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων της μουσικής βιομηχανίας ήταν οι ίδιοι οι μουσικοί ή άνθρωποι που αγαπούσαν τη μουσική με ένα στοιχειωδώς ανιδιοτελή τρόπο. Στη δεκαετία του 80 με όλη αυτή τη γιάπικη μαλακία που επικράτησε στην Αμερική, οι εταιρίες όπως και όλες οι επιχειρήσεις παραδόθηκαν στους λογιστές και τους δικηγόρους. Μόνο νούμερα, ανεβαίνουν έχει καλώς, δεν ανεβαίνουν κάτι πρέπει να γίνει. Και αυτό το πράγμα το πλήρωσε η μουσική βιομηχανία και το πληρώνει και τώρα. Γιατί παραδόθηκε σε ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με τη δημιουργία. Εμπόριο είναι, δεν λέω τα στοιχειώδη, είναι επιχείρηση και πρέπει να βγάλει λεφτά, προφανώς. Αλλά επειδή απευθύνεται σε μια συγκεκριμένη συναισθηματική αντίδραση των ανθρώπων, προσφέρει δηλαδή ένα προϊόν που δεν είναι σαν αυτό που τρώμε, χρειάζεται διαφορετική συμπεριφορά. Μια στοιχειώδης δημιουργική αγάπη και ένα ενδιαφέρον από τους ανθρώπους που εμπλέκονται. Αν πρέπει να το βάλουμε με ποσοστά, η μουσική βιομηχανία με τη συμπεριφορά της τα τελευταία είκοσι χρόνια φταίει 80% για αυτό που συμβαίνει τώρα και η πειρατεία φταίει 20%.
SP: Πώς προβλέπετε το μέλλον για τις μικρές και μεγάλες εταιρίες;
Μ.Μ.: Η μουσική βιομηχανία γενικά, όπως όλες οι επιχειρήσεις, είναι συντηρητικές και αντιδραστικές παρότι υποτίθεται ότι πουλάει το καινούριο, αυτό που έρχεται, που είναι η μουσική. Εντούτοις είναι επιφυλακτικές. Όταν εμφανίστηκε το rocknroll σαν πραγματικότητα τη δεκαετία του 50, οι μεγάλες εταιρίες ούτε το ήθελαν, ούτε το ευνόησαν. Αντέδρασαν εναντίον του και προσπάθησαν να αντιπαραθέσουν ένα μουσικό είδος που λεγόταν τότε calypso. Όλη η επανάσταση του rocknroll έγινε από τις μικρές ανεξάρτητες εταιρίες. Το ίδιο επαναλήφθηκε με το punk, το new wave και ακόμα μυαλό δεν έχουν βάλει. Εάν είχαν κερδίσει όλο αυτό το χρόνο που έχασαν κυνηγώντας μάγισσες με το napster, τις μαλακίες και τις μηνύσεις κι είχαν αρχίσει να κάνουν αυτό που κάνουν τώρα , να πουλάνε τραγούδια ένα ένα , θα είχε λυθεί το θέμα προ πολλού. Νομίζω ότι στο μέλλον ένα μεγάλο κομμάτι της μουσικής βιομηχανίας θα κινείται μέσω του διαδικτύου με αυτόν τον τρόπο πουλώντας τραγούδια. Τα άτομα θα εξοικειωθούν ακόμα περισσότερο και θα ψάχνουν και θα βρίσκουν μόνοι τους πράγματα τα οποία θα διατίθενται από συγκροτήματα εναλλακτικού τύπου. Φαντάζομαι ότι αυτό που τώρα ξέρουμε ως μουσική βιομηχανία, με τον τρόπο που δουλεύει, δεν θα υπάρχει καθόλου. Θα υπάρχουν όμως οι ίδιες εταιρίες ή τα ίδια συμφέροντα. Γιατί ναι μεν είναι χαμαιλέοντες αλλά ακριβώς επειδή έχουν πολλά λεφτά, κάποια στιγμή κινείται αυτός ο δυσκίνητος μηχανισμός και προσαρμόζεται, του παίρνει κάποιο χρόνο αλλά τελικά κάπως τα καταφέρνει. Αυτές οι εταιρίες λοιπόν, θα διαθέτουν το προϊόν με ένα διαφορετικό τρόπο. Και όλα αυτά δημιουργούν τις προϋποθέσεις να δημιουργούνται –πράγμα που γίνεται- όλο και περισσότερες ανεξάρτητες εταιρίες. Ένας μηχανισμός τελείως διαφορετικός, έξω από το βασικό τρόπο που έχουμε μάθει ότι διακινείται η μουσική. Και δεν είναι τυχαίο ότι πολλές από αυτές προκόβουν.
SP: Θεωρείτε ότι κάποια στιγμή το cd σαν format θα σταματήσει να διατίθεται και το mp3 θα το αντικαταστήσει; Όπως έχει ήδη ξεκινήσει, σε υψηλές τιμές όμως.
Μ.Μ.: Φαντάζομαι ότι μετά από δυο ή τρία χρόνια ο ανταγωνισμός θα είναι πολύ μεγάλος που οι τιμές θα πέσουν αισθητά. Ήδη το 0,99 ευρώ έγινε 0,79 και θα πέσει κι άλλο (σ.σ. η συνηθέστερη τιμή πώλησης ενός τραγουδιού στο δίκτυο). Νομίζω ότι θα μπορείς να κάνεις ένα αξιοπρεπές cd με 10 ευρώ σε μερικά χρόνια, ένα cd με τραγούδια που θα σε ενδιαφέρουν.
SP: Αυτού του είδους η διάθεση των τραγουδιών καθιστά πιο απρόσωπη τη σχέση ακροατή-μουσικής;
Μ.Μ.: Νομίζω ότι ούτε το cd είναι συμπαθές, θέλω να πω δεν είμαι από αυτούς που λένε ‘α! το βινύλιο…’. Ωραίο το βινύλιο, έχω πολλά, μου αρέσει, με τα εξώφυλλά του, με αυτά μεγάλωσα, έχω μια συναισθηματική εμπλοκή διαφορετική από αυτή που έχω με τα cd. Απλώς νομίζω ότι το cd είναι κάπως αντιπαθές, θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο και να το έχω συμπαθήσει περισσότερο. Σπάνε τα δοντάκια, σπάνε τα αυτιά, το βιβλιαράκι μικρό, η πλαστικούρα.
SP: Ωστόσο εγώ διαφωνώ γιατί μεγάλωσα με τα cd.
Μ.Μ.: Ναι. Την αντίληψη πολλών ανθρώπων νομίζω δεν μπόρεσε να αντικαταστήσει αξιοπρεπώς, την αίσθηση που είχες από το βινύλιο σε επίπεδο ‘πιάνω αυτό το πράγμα’, όχι τι ακούω και αν είναι καλύτερος ο ήχος. Αυτό που πιάνω και έρχομαι σε επαφή μαζί του, αν μπορώ δηλαδή να έχω μαζί του την ίδια εμπλοκή που είχα με το βινύλιο. Νομίζω ότι, αν μπορώ να το συλλάβω αντικειμενικά, το βινύλιο ήταν πιο ερωτεύσιμο. Πιστεύω ότι πιθανόν να αντικατασταθεί από κάτι, το οποίο να είναι το ίδιο, όχι τόσο ερωτικό όπως το βινύλιο, αλλά πρακτικότερο. Κι αφού περάσαμε πια στο κομμάτι του πρακτικού, το cd είναι πιο πρακτικό, ας ζητήσουμε πράγματα ακόμα πιο πρακτικά. Και το μέλλον θα μας τα προσφέρει. Και αν θα μπορώ να έχω μια μνήμη τόση δα και να τα έχει όλα μέσα και να τη συνδέω σε ένα pc, εκεί που κάνω εκπομπή να έχω όλη τη δισκοθήκη μαζί μου, αντί να έχω 50 cd, θα είναι καλά. Ή πάρα πολλές φορές ονειρεύομαι και λέω να χα αυτό το cd, αλλά δεν το έχω. Εκεί θα το έχω. Απόλυτη πρακτικότητα, όλη τη δισκοθήκη στην τσέπη.
SP: Πρακτικό είναι, εσάς προσωπικά σας αρέσει;
Μ.Μ.: Όχι, δεν μπορώ να πω ότι μου αρέσει, αλλά είναι πρακτικό. Εγώ θα είμαι εκεί ένας γέρος, θα κυκλοφορώ ανάμεσα στα cd, τα βινύλια και τα βιβλία που θα είναι αραχνιασμένα. Αυτό μπορείς να το έχεις αν θες, εγώ μπορώ να το έχω. Μπορεί να μην το έχουν οι νεότερες γενιές, αυτοί που δεν θα μεγαλώσουν με αυτό και δεν θα το έχουν ποτέ. Αλλά δεν πεθαίνει, έγινε είδος πολυτελείας το βινύλιο, απέκτησε μια διάσταση που δεν είχε ποτέ. Διάφοροι γιάπηδες θα πουλάνε μούρη επειδή θα αγοράζουν βινύλια αντί να έχουν cd όπως όλοι. Θα έχουν ένα hi-fi που θα είναι γαμώ και θα έχουν 150-200 βινύλια και θα πουλάνε μούρη.
SP: Μήπως η διάθεση στο διαδίκτυο τραγουδιών και όχι album μας οδηγεί σε μια λογική fast food, τραγούδια για κατανάλωση;
Μ.Μ.: Αυτοί που ενδιαφέρονται να αγοράσουν τα lp θα τα αγοράσουν και αυτοί που ενδιαφέρονται να τα βρίσκουν, θα τα βρίσκουν. Υπάρχει πάρα πολύς κόσμος που ούτως ή άλλως το σουξέ θέλει. Το κομμάτι της μουσικής που διακινείται μέσω του σουξέ, θα συνεχίσει να διακινείται με αυτόν τον τρόπο. Οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται για ολοκληρωμένα έργα από τον αγαπημένο τους καλλιτέχνη θα πηγαίνουν και θα τα βρίσκουν.
SP: Ο ενδοιασμός μου είναι αν οι καλλιτέχνες θα συνεχίσουν να δημιουργούν ολοκληρωμένα album ή αν θα γράφουν μεμονωμένα τραγούδια που θα διοχετεύουν στη αγορά.
Μ.Μ.: Δεν μπορώ να πω για αυτό με σιγουριά αν και νομίζω ότι δεν θα αλλάξει γιατί υπάρχουν καλλιτέχνες που είναι πολύ έξω από αυτή τη λογική. Αν μετά από πάρα πολλά χρόνια δημιουργηθεί μια νέα γενιά μουσικών που θα δουλεύει με αυτόν τον τρόπο, θα ήθελα να πιστεύω όχι. Αλλά φαντάζομαι πολλοί μουσικοί που έχουν συνηθίσει να δουλεύουν με αυτή την πιο concept αντίληψη ενός album, θα συνεχίσουν να το κάνουν για πάρα πολλά χρόνια. Δεν μπορείς να βγάλεις από το μυαλό του Nick Cave να κάνει album. Αν αυτές οι εταιρίες που διακινούν τα τραγούδια δεν θα θέλουν να αγοράζουν ολόκληρα album –που υποθέτω θα θέλουν- πιθανώς θα υπάρχει μια άλλη σχέση. Θα ακούς το single από αυτές τις τράπεζες και μετά θα πηγαίνεις στο site του καλλιτέχνη για να πάρεις όλο το album. Νομίζω ότι όσον αφορά τη δημιουργία περισσότερες δυνατότητες ελευθερίας δίνει αυτό το πράγμα. Είναι ένας άλλος τρόπος του ίδιου πράγματος, αρκεί να έχεις ενδιαφέρον, να υπάρχει το κίνητρο να συναντηθείς μαζί του. Αν υπάρχει το κίνητρο, πάντα θα βρίσκει κανείς ενδιαφέροντα πράγματα ανεξάρτητα από τη φόρμα στην οποία διατίθενται.
SP: Πώς κρίνετε την κίνηση του πρωθυπουργού να αναλάβει το υπουργείο πολιτισμού και πώς αξιολογείτε την μέχρι τώρα παρουσία του στη θέση αυτή;
Μ.Μ.: Επειδή τα πράγματα και κυρίως στην πολιτική κρίνονται εκ του αποτελέσματος, όταν έγινε είπα μπορεί και να…, όπως υποθέτω πρέπει να λέει κάθε καλοπροαίρετος άνθρωπος. Εκ του αποτελέσματος αποδυκνείεται ότι αυτός ο πρωθυπουργός κι αυτή η κυβέρνηση δεν έχει καμία σχέση με τον πολιτισμό ή έχει μια σχέση που έχει να κάνει με μια πολύ συντηρητική αντίληψη για το τι είναι πολιτισμός. Νομίζω ότι θα φανεί τα επόμενα χρόνια. Η αντίληψή της για τον πολιτισμό είναι εξαιρετικά συνηθισμένη. Κι επειδή αυτά τα πράγματα όταν γίνονται στο 2005 καταλήγουν σε οπισθοδρόμηση, νομίζω ότι θα πάνε την υπόθεση πολιτισμός –που ούτως ή άλλως ήταν πίσω- ακόμα πιο πίσω. Δεν έχω ούτε ένα δείγμα αισιοδοξίας, δεν βλέπω καμία πολιτική πρόθεση απέναντι στον πολιτισμό. Τίποτα δεν κάνουν. Κι από αυτά που βλέπω ότι κάνει, με την ιδιότητά του ως υπουργός πολιτισμού, από αυτούς που συναντάει και συνομιλεί, μέχρι πού διαλέγει να πάει, κλάψ’τα Χαράλαμπε! Αλλά να περιμένει κανείς από μια δεξιά κυβέρνηση να κάνει πράγματα για τον πολιτισμό, είναι ουτοπικό. Όχι ότι το ΠΑΣΟΚ έκανε, σας είπα πως ήταν τα πράγματα το 80. Σε μερικά πράγματα, ίσως και από λάθος, άφησαν μερικές πόρτες λίγο πιο ανοιχτές. Αλλά δεν νομίζω ότι υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον για τον πολιτισμό με την έννοια που υπάρχει στο εξωτερικό. Σε πάρα πολλές χώρες που επίσης υπάρχουν κυβερνήσεις με διαπλεκόμενα, όλα αυτά είναι παντού, οι κυβερνήσεις είναι πια υποχείρια του χρήματος, το χρήμα κάνει κουμάντο. Παρόλα αυτά επειδή σε πολύ μεγάλη έκταση στις χώρες του εξωτερικού οι τοπικές κοινωνίες και η τοπική αυτοδιοίκηση ενδιαφέρεται για πράγματα, μέσα στην τοπική αυτοδιοίκηση έχουν μπει άνθρωποι που εκπροσωπούν διάφορα πράγματα, νομίζω ότι για τις τέχνες έχουν δημιουργηθεί κάποιες προϋποθέσεις που δίνουν στους νέους δυνατότητες που εδώ δεν υπάρχουν. Μαζί με το ότι είμαστε μια κοινωνία συντηρητική και γεροντολάγνα, οι νέοι άνθρωποι είναι τελείως αποκλεισμένοι, ενώ στο εξωτερικό υπάρχουν ανοιχτές πόρτες. Αν έχεις ταλέντο και δυνατότητες σου ανοίγουν μια πορτούλα και κάπως χώνεσαι. Εδώ, άνθρωποι που είναι 40 χρόνων, έχουν βγάλει δέκα δίσκους κι εκπροσωπούν ακόμα τη νέα γενιά. Μέχρι να διαλυθούν οι Τρύπες ήταν εκπρόσωποι της νέας γενιάς. Οι Τρύπες ήταν το κατεστημένο κι η νέα γενιά ήταν η νέα γενιά. Πρέπει να είσαι 40 χρόνων, να έχεις κάνει 15-20 χρόνια κάποια πράγματα για να αρχίσουν να σου δίνουν σημασία. Τι να περιμένει ο πιτσιρικάς από αυτή τη νοοτροπία; Κι οι άνθρωποι που είναι 70-80 χρόνων είναι ακόμα μέσα στα πράγματα.
SP: Με τις υπόλοιπες τέχνες ποια είναι η σχέση σας; Έχετε παρακολουθήσει τελευταία κάτι αξιόλογο;
Μ.Μ.: Παρακολουθώ αρκετά κινηματογράφο και θέατρο. Μου κάνει τρομερή εντύπωση η Ασιατική πλευρά, κάνουν απίστευτα πράγματα όπως το ‘2046’ και το ‘Oldboy’. Γίνονται ωραίες ταινίες, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που μου αρέσουν, μου αρέσει πάρα πολύ ο Jarmusch. Παντού γίνονται πράγματα με ενδιαφέρον. Και στο θέατρο υπάρχουν ομάδες που κάνουν ωραία πράγματα και είναι ανοιχτές. Και στο χορό και παρότι υπάρχει αυτό το δεδομένο που περιγράψαμε για τη μουσική και ισχύει και για τις άλλες τέχνες, το αντίστοιχο του εναλλακτικού στη μουσική, υπάρχει και στο θέατρο, μπορεί στο σινεμά να μην γίνεται –δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό. Κι ωραία βιβλία γράφονται από νέους συγγραφείς, μπορεί να μην έχω διαβάσει κάποιο βιβλίο από νέο συγγραφέα και να έχω τρελαθεί, υπάρχουν μερικοί όμως που προσπαθούν πραγματικά. Νομίζω ότι στο θέατρο και στο χορό έχουν γίνει πιο γενναία βήματα σε σχέση με το τι συνέβαινε πριν από μερικά χρόνια. Και νέα groupdemo που είναι ωραία. Πολλά από αυτά τα συγκροτήματα αν ήμαστε σε άλλη χώρα, σε ανεξάρτητες εταιρίες θα έβγαζαν δίσκο. Είναι έτοιμα, δηλαδή έτσι όπως είναι να το πάρεις και να το βγάλεις. Και νομίζω ότι στις τέχνες όταν υπάρχουν ζόρια υπάρχει πραγματική δημιουργικότητα. υπάρχουν, ακούω
SP: Θεωρείτε καλή χρονιά δισκογραφικά το 2004;
Μ.Μ.: Καλή ήταν. Βγήκαν 3-4 καινούρια πράγματα που είχαν ενδιαφέρον και αν θέλω να πω κάτι συνολικό, ήταν μια χρονιά που μάλλον ανήκει σε μουσικούς του παρελθόντος. Περισσότεροι δίσκοι από μουσικούς του παρελθόντος μου άρεσαν και μου φάνηκαν για τα δεδομένα των καλλιτεχνών πιο ριζοσπαστικοί από ότι δίσκοι νέων συγκροτημάτων. Είναι μια χρονιά που έχει να κάνει περισσότερο με τους 50άρηδες και 60άρηδες παρά με τους πιτσιρικάδες. Γιατί όταν οι άνθρωποι που έχουν ένα μουσικό παρελθόν κάνουν γενναία βήματα, αυτό μου προκαλεί περισσότερο ενδιαφέρον από αυτά ενός νέου που δεν έχει να χάσει. Μου άρεσε ο δίσκος του Morrissey, του Cave, της Marianne Faithfull, της PJ Harvey και της Bjork. Το βρήκα πολύ τολμηρό γιατί είναι σχεδόν super star (σ.σ. η Bjork) και όταν η super star αποτινάσει το παρελθόν και κάνει κάτι τόσο πολύ διαφορετικό, αυτό είναι μια πράξη γενναιότητας. Μου άρεσαν οι Interpol, οι Franz Ferdinand, ο Tom Waits. Σπουδαίος δίσκος, ακραίος, hard rock! (σ.σ. αυτός του Tom Waits) Βλέπεις ότι το κίνητρό του για δημιουργία είναι πολύ πιο έντονο από τους υπολογισμούς που πρέπει να κάνει η εταιρία. Μου αρέσει πολύ να καταλαβαίνεις από το περιεχόμενο ενός δίσκου ότι αυτός που τον έκανε χέστηκε για το αν θα πουλήσει, αν θα αρέσει, για το αν θα τον φωνάξουν να πάει σε μια εκπομπή να δώσει μια συνέντευξη. Χέστηκε. Έκανε αυτό που ήθελε. Αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Καλή χρονιά ήταν φέτος, ευχαριστημένος είμαι.
SP: Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Μ.Μ.: Είναι έτοιμο ένα βιβλίο που θα βγει μέσα στο επόμενο διάστημα. Είναι μια παρουσίαση με αντικειμενικά δεδομένα, αν μπορεί να το πει κανείς αυτό, και με υποκειμενικό τρόπο των 150 δίσκων που κατά τη γνώμη μου άλλαξαν τη μουσική –να το πω έτσι επιγραμματικά να συνεννοηθούμε. Έπαιξαν κάποιο καθοριστικό ρόλο την εποχή που βγήκαν και με τον τρόπο που επέδρασαν στη συνέχεια σε άλλα συγκροτήματα.
SP: Από ποιες εκδόσεις;
Μ.Μ.: Από την Athens Voice.
SP: Ευχαριστούμε πολύ.

11 σχόλια:

  1. ΑΚΡΩΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. θέληση και θυμός κι άμα πουλήσεις ακόμη καλύτερα. Αν δεν είναι 1-2 βήματα, άντε να είναι κάτι περισσότερα. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη κι ας έχει οποιαδήποτε ημερομηνία. Έχω πάψει άλλωστε να έχω ζεστές σχέσεις με την πραγματικότητα εδώ κι αρκετό καιρό, οπότε περί κριτικής, ζαρζαβατικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Συμπαθέστατος ο Μηλάτος. Κρίμα βέβαια που έχουν κι άλλοι την ίδια γνώμη με εμένα περί μιζέριας και μικρόκοσμου στην ελληνική σκηνή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. αυτο με τη μιζερια ξανα πες το..
    "ελληνες μουσικοι δημοσιογραφοι"....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Εύγε για την συνέντευξη ..δυστυχώς αν κάτσουμε να αναλογιστούμε πόσοι καλοί παραγωγοί έχουν μείνει θα μας πιάσει κατάθλιψη..πάλι καλά που ο Μηλάτος παραμένει σταθερή αξία !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Και μακάρι να ήταν μόνο οι παραγωγοί το πρόβλημα παιδιά... οι μουσικοί που την έχουν 2 rockstars επειδή τους ξέρουν 10 φίλοι τους και έχουν 15,000 friends στο myspace και καταλήγουν να τρώγονται μεταξύ τους, να ασχολούνται με το image τους και γενικώς με τα πάντα εκτός απ' το να παίζουν μουσική παρατηρώ τελευταία οτι είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. συμφωνώ και με τους δυο.
    δυστυχως ετσι ειναι, απο οσο μπορω και εγω να ξερω.
    τοσο για μπαντες, οσο και για δημοσιογραφους.

    αυτη ειναι η ασθενεια του ελιτιστικου indie κοινου, που στο τελος χανει την ουσια. ασχολειται με το ποσο "αγνωστο" - "ψαγμενο" ειναι κατι, οχι απαραιτητα καλο. δυστυχως.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. σχετικά με τους τραγουδιστές: άκουγα πρόσφατα συνέντευξη του θανάση παπακωνσταντίνου, που έλεγε ότι οι παλαιοί τραγουδιστές, μπιθικώτσης, παγιουμτζής, νίνου κ.α. ήταν καλοί, όχι μόνο γιατί είχαν καλοί φωνή, αλλά γιατί είχαν συνείδηση ότι υπηρετούν κάτι, το ρόλο τους, το τραγούδι, ή στο κάτω κάτω τον συνθέτη που το έγραψε. οι σημερινοί τραγουδιστές, μετά την στροφή των τελευταίων 2 δεκαετιών από τις εταιρείες και τα ΜΜΕ ενδιαφέρονται για την εικόνα τους και το πόσο θα πουλήσουν, είτε αυτό είναι δίσκοι, είτε πανέρια λουλούδια, είτε "φίλοι" στο space. για μένα όλα το ίδιο είναι.

    για τους παραγωγούς: είναι και τα λεφτά παιδιά... γιατί δεν έχει υπάρξει ούτε ένας πραγματικά πολύ καλός σταθμός στο ελληνικό ραδιόφωνο; ούτε ένα καλό μουσικό κανάλι; γιατί δεν υπάρχουνε λεφτά........ ποιος θα δώσει χρηματοδότηση και άδειες και συχνότητες κτλ; πρέπει να βρεθεί ένας "τίμιος" τρόπος να βγάλει το ψωμί του όποιος ασχοληθεί σοβαρά με ένα τέτοιο εγχείρημα, και με τα οικονομικά και πληθυσμιακά μεγέθη της Ελλάδας εγώ τουλάχιστον δεν βλέπω γρήγορα κάποια θετική εξέλιξη... ίσως κάνει να βγει από τα live, να δημιουργηθεί δηλ. μία βάση, ένα καινούργιο κοινό από εκεί.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. νομίζω ότι ο καθένας μας πρέπει να την εκτυπώσει από 287 φορές και να τη μοιράζει στα φανάρια αυτή τη συνέντευξη..

    ΑπάντησηΔιαγραφή