29 Οκτωβρίου 2009

The White Ribbon: A German Children's Story


Πώς πέσαμε, σύντροφε, μέσα στο λαγούμι του φόβου;
Δεν ήταν της δικής σου μοίρας, μήτε της δικής μου τα γραμμένα,
ποτές μας δεν πουλήσαμε μήτε αγοράσαμε τέτοια πραμάτεια·
ποιος είναι εκείνος που προστάζει και σκοτώνει πίσω από μας;
(Γ.Σ. - Η Μορφή της Μοίρας, 1941)

Ο Νίτσε ήδη από την δεκαετία του 1870 είχε προειδοποιήσει για την σαρωτική επέλαση του φασισμού που θα εξαπλωνόταν στην καταρρακωμένη ηθικά και ιδεολογικά ευρωπαϊκή ήπειρο κι αυτός ήταν ο κύριος λόγος που διέκοψε οριστικά τις σχέσεις του με τον Βάγκνερ όταν διαπίστωσε ότι ο τελευταίος έκλινε προς τον εθνικοσοσιαλισμό που θα γεννούσε τον Χίτλερ λίγες δεκαετίες αργότερα. Το ότι η αδερφή του φιλοσόφου, παντρεμένη με γνωστό εθνικιστή (τον οποίο μισούσε ο ίδιος ο Νίτσε) χρησιμοποίησε και παραποίησε αργότερα τα γραπτά του για να κερδίσει την εκτίμηση (και χρηματοδότηση) του Φύρερ αλλοιώνοντας την μνήμη του είναι επίσης γνωστό. Ο δε Φρόιντ παρατήρησε το αυγό του φιδιού λίγο πριν το ξέσπασμά του και δήλωσε το κλασικό πιά "αυτοί που σήμερα καίνε βιβλία, αύριο θα κάψουν ανθρώπους”. Αλλά αυτός ο κόσμος δεν αλλάζει ποτέ χωρίς να σπάει πρώτα το κεφάλι του στον τοίχο, σωστά;

Όταν ο Χάνεκε γύρισε το Funny Games το 1997 και σέρβιρε στον κινηματογραφικό κόσμο ένα πλήρες, οργανωμένο, τέλειο και παντελώς αναίτιο λουτρό αίματος με πρωταγωνιστές 2 πιτσιρικάδες ντυμένους στα κατάλευκα, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που δεν τον κατηγόρησαν εξαγριωμένοι για μισανθρωπισμό, προβολή της βίας, οπτικό φασισμό κτλ. Δύο χρόνια αργότερα, όταν κάποια λυκειόπαιδα σε διάφορες πόλεις της Αμερικής άρχισαν να πηγαίνουν ένα πρωινό στο σχολείο τους κρατώντας δύο καραμπίνες ο καθένας και αρκετές σφαίρες για να σκορπίσουν το μένος τους απέναντι στην κοινωνία που τους έμαθε να μισούν τον εαυτό τους, τότε βέβαια, οι κριτικοί κινηματογράφου άρχισαν να καταλαβαίνουν. Όπως ίσως κάτι να υποψιάστηκαν μερικοί Γάλλοι ψηφοφόροι του Σαρκοζί πρόπερσι, σχετικά με το παλαιότερο ερώτημα "γιατί ο Κάσοβιτς γύρισε το La Heine το 1995;".

Εκείνο που θέλω να πω με τα παραπάνω είναι πως ο καλλιτέχνης μιλάει για την εποχή του, γίνεται ένα με τους ανθρώπους της και εκφράζει τους πόθους και τα βάσανά τους.

Οι Μεγάλοι καλλιτέχνες όμως βλέπουν πιο μακριά. Καταλαβαίνουν τα σημάδια των καιρών πολύ νωρίτερα από την "γενιά τους" και βγάζουν εκκωφαντικές κραυγές στους σύγχρονούς τους, συνήθως βέβαια χωρίς κανένα αποτέλεσμα...

Ο πλήρης τίτλος της νέας ταινίας του Χάνεκε είναι Η Λευκή Κορδέλα, μία ιστορία για τα παιδιά της Γερμανίας και εκτυλίσσεται σε ένα μικρό γερμανικό χωριό πριν τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Οι άντρες είναι κυρίως γεωργοί που δουλεύουν στα χωράφια του δούκα της περιοχής, οι γυναίκες μένουν στο σπίτι, τα παιδιά πάνε στο σχολείο και όλη η κοινότητα ενώνεται κάτω από τη στέγη της εκκλησίας την Κυριακή και στις μεγάλες χριστιανικές γιορτές. Οι εποχές διαδέχονται η μία την άλλη και η μικρή αυτή κοινωνία επιδιώκει αυτό που επιδιώκουν όλες οι κοινωνίες, εξ' ορισμού: την ησυχία της.

Αν ξύσεις όμως λίγο την επιφάνεια, όλα είναι διαφορετικά. Γιατί η καρδιά του κτήνους χτυπάει βαθιά στα έγκατα της ανθρώπινης ύπαρξης και δεν συγκαλύπτεται με καθωσπρεπισμούς και εξαγγελίες ηθικής αναβάπτισης.

Το κακό θα ξεσπάσει στο χωριό με μικρά και μεγαλύτερα χτυπήματα, αναίτια και ανεξήγητα, στα οποία όλοι θα κληθούν να δώσουν μία λύση, να βρουν μία απάντηση. Ο γιατρός του χωριού πέφτει σε ενέδρα με το άλογό του και τραυματίζεται, μία εργάτρια πεθαίνει την αμέσως επόμενη μέρα, άνθρωποι εξαφανίζονται και βασανίζονται, γυναίκες κακοποιούνται, πυρκαγιές ανάβουν στην μέση της νύχτας και το ερώτημα επανέρχεται συνεχώς διογκούμενο: μα γιατί τελικά, συμβαίνουν αυτά τα πράγματα σ' αυτούς τους καλούς ανθρώπους; Τι πήγε στραβά; Κι όσο κανείς δεν μιλά για τον βασιλιά που βγήκε γυμνός στην αγορά, όλοι θα τρέξουν να ξεχάσουν, καθώς η χώρα σπεύδει προς έναν πόλεμο που θα βυθίσει την ανθρωπότητα στο σκοτάδι.

Η ταινία κυλάει μεθυστικά επί δυόμιση ώρες σε ασπρόμαυρα πλάνα αφοπλιστικού και ειλικρινούς μίσους, μουσική δεν υπάρχει, καθόλου (μόνο δύο τρεις σκηνές όπου κάποιος παίζει πιάνο) και κάθε της καρέ φαίνεται να ρωτά αυτό που αργότερα θα ρωτούσε μία ολάκερη χώρα: τι κάναμε λάθος, πού πήραμε τον στραβό δρόμο; Κι όπως γράφει κι η Σώτη Τριανταφύλλου στον επίλογο του Αμερικάνικου Ειδυλλίου, "κανείς δεν ξέρει τι έφταιξε στη ζωή τους, κανείς δεν ξέρει τι στο διάβολο έφταιξε".

Ο Χάνεκε δεν δίνει εύκολες απαντήσεις. Προτιμά να ρωτά και να σωπαίνει. Αλλά οι σιωπές του λένε πολλά περισσότερα απ' όσα μπορεί να ακούσει ο κινηματογράφος σήμερα. Ακολουθώντας τα χνάρια του Μπέργκμαν και του Ντράγιερ κατορθώνει το ακατόρθωτο: μας παρουσιάζει θριαμβευτικά την καλύτερη, την πιο ώριμη, πιο ολοκληρωμένη δουλειά της καριέρας του, μέσα σε μία εποχή κατακλυσμένη από ταραντινισμούς, τρανσφόρμερς, εθνοσωτήρες στη βουλή, το φάντασμα μίας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης από πάνω μας και φασιστικές επιθέσεις στις στάσεις του μετρό.

Έχουμε 2009 και πολλοί αναρωτιούνται τι φταίει, και σ' αυτή τη χώρα και αλλού... αναρωτιούνται καθώς πηγαίνουν στη δουλειά τους με το καινούργιο τους τζιπ, αναρωτιούνται καθώς βλέπουν το καινούργιο σίριαλ στην τηλεόραση, αναρωτιούνται αν το σωστό είναι εξοστρακισμός ή εποστρακισμός, αναρωτιούνται γιατί κάποιοι λαθεύουν στα 40 και κάποιοι στα 19, αναρωτιούνται γενικώς κι απάντηση δεν βρίσκουν...

Έχουμε 2009, κι αυτή κυρίες και κύριοι είναι η πρώτη σπουδαία ταινία του 21ου αιώνα. Μακάρι να αποδειχθεί και περιττή.

*
Το ξαναποστάρω, γιατί από σήμερα προβάλλεται στους Ελληνικούς κινηματογράφους. Αν σας αρέσει ο καλός κινηματογράφος, μην διανοηθείτε να χάσετε αυτή την ανυπέρβλητη ταινία.

7 σχόλια:

  1. another day full of dread29 Οκτ 2009, 6:23:00 μ.μ.

    Πριν λιγες μέρες ξαναείδα το Solaris,πόσο απιστευτη είναι η τελευταία σκηνή!Φαντασου να μενει κανεις ανικανοποίητος από τέτοια ταινία...
    Απο Pynchon τί προτείνεις να διαβάσω πρώτα,το V ή το Gravity 's;Eχω διαβάσει το Crying Lot και το Vineland ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Για άλλους λόγους έμεινε ανικανοποίητος, δεν του άρεσε η φόρμα της επιστημονικής φαντασίας (είπε πως δεν του ταίριαζε) και ένιωσε πως η ταινία προωθήθηκε από την ΕΣΣΔ ως απάντηση στο 2001 του Κιούμπρικ. Δίκιο είχε και στα δύο (...)

    Pynchon δεν ξέρω, διάβασα μόλις το V. και μου άρεσε πολύ, αλλά όλοι λένε πως το Gravity's Rainbow είναι η τελειοποίησή του. Θα το διαβάσω σύντομα.

    Δες όμως πρώτα τον Χάνεκε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. πολυ μ'αρεσει οταν σ'επιανουν τα φιλοσοφικα σου!
    ακομα και σε καλλιτεχνες που δεν με αγγιζουν οπως ο χανεκε.
    εμενα η τελευταια σκηνη του solaris με εχει στοιχιωσει. την σκεφτομαι σε ακυρες φασεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. btw, νομίζω είναι μόλις η δεύτερη (ή τρίτη) ταινία που παίρνει άριστα από το αθηνόραμα αυτή την δεκαετία.

    http://www2.athinorama.gr/cinema/data/movies/default.aspx?id=9023

    Τα σέβη μου για ν-οστή φορά. Το παρακολουθώ τόσα χρόνια, σε τόσες εκατοντάδες ταινίες, και είναι ζήτημα να έχω διαφωνήσει μαζί του σε 5-10 περιπτώσεις (και συνήθως μιλάμε για ± στις λεπτομέρειες).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. @gilles: εγώ γράφω σε λάθος βλογκ, περισσότερο έχω ασχοληθεί στη ζωή μου με τον Ντοστογιέφσκι και τον Νίτσε, παρά με τον Dylan και τους Radiohead. Κάτι που ίσως να μην είναι και τόσο καλό τώρα που το σκέφτομαι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. inverted έχεις δίκιο.Θα απέφευγα χαρακτηρισμούς όπως αυτός με τον οποίο κλείνεις - καθαρά λόγω ενδεχόμενης άγνοιας.Ξεκίνησα να κάνω μια απαρίθμιση των αρετών της ταινίας ανά τομέα, αλλά νομίζω είναι ανούσιο.Μια ιστορία πολυεπίπεδη, δοσμένη με μια φόρμα ολότελα ταιριαστή και με άπλετο χώρο για ερμηνείες,συνδέσεις,συμβολισμούς.Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα,η επώαση,παρ'όλη την στεγνή και αυστηρή κινηματογράφιση όπως γράφτηκε,που φαίνεται να συντελείται στην ταινία, μέσω ενός σχετικά σταθερού ρυθμού και μιας διαρκώς υποδαυλιζόμενης εσωτερικής έντασης.Επώαση της βίας που θα ακολουθήσει με τον Πρώτο Παγκόσμιο, μα πολύ περισσότερο επώαση της γενιάς του Δεύτερου μέσω των ανεξίτηλων παιδικών εκφράσεων που την αποτελούν, μεταξύ άλλων. Με μια αναφορά λοιπόν στο ιστορικό πλαίσιο που όμως κάλιστα επεκτείνεται χρονικά και τοπικά και εξετάζει τις κοινωνικές παραμέτρους του φαινόμενου της βίας και της τρομοκρατίας.Η απουσία ενόχων και ετημυγοριών δείχνει, από τη μια την συλλογική κοινωνική ευθύνη, την διακριτική άρνηση τελικά του σκηνοθέτη να δώσει ένα μύθο, μια παραβολή από την άλλη.
    Αξίζει τον κόπο και τα ευρώ μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αξίζει και θέση στις 20 καλύτερες της δεκαετίας; Θα περιμένω τις λίστες σας για την ψηφοφορία, ναι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή