Τι κάνεις όταν έχεις στα χέρια σου το καλύτερο βιβλίο του καιρού σου; Εξαρτάται από το ποιος είσαι εσύ και πως θα το αντιμετωπίσεις, σαν αναγνώστης και ακόμη περισσότερο σαν σκηνοθέτης. Ο Hillcoat γοητεύτηκε από τον Δρόμο και προσπάθησε να τον αποδώσει πιστά, σχεδόν ευλαβικά. Δεν τόλμησε να κάνει κάτι το διαφορετικό, να φωτίσει μία άλλη πλευρά, κι έτσι δεν θα μάθουμε ποτέ αν θα μπορούσε να το κάνει. Ξέρω πως είναι ενοχλητικό όταν μιλάς για μία ταινία να αναφέρεις το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε, αλλά ειλικρινά σ' αυτή την περίπτωση δεν σου έρχεται τίποτε άλλο -συνεχώς- στο μυαλό. Η ταινία διαρκεί -σοφά- μιάμιση ώρα, κρατά την ανωνυμία όλων των ηρώων της, δημιουργεί το προσδοκώμενο κλίμα απόγνωσης και συγκινεί σε σημεία, αλλά δεν μπορεί να αντισταθεί στις σειρήνες των αποκαλύπτικών τοπίων, της συγκινητικής μουσικής, των συνεχόμενων φλας μπακ και του αναίτιου αφηγητή που καλύπτει τα υποτιθέμενα κενά. Η βασική πρωταγωνιστική τριάδα παίζει ικανοποιητικά, με τον μικρό Kodi Smit-McPhee να κερδίζει τις εντυπώσεις (στα συν και η ομοιότητά του με την τηλεοπτική του μητέρα Charlize Theron). Δεν θα απέκλεια υποψηφιότητα για όσκαρ ούτε γι' αυτόν, ούτε και για τον Viggo Mortensen, αλλά το ειδικό βάρος της ιστορίας δεν αποδίδεται ποτέ στην οθόνη... Δείτε το σαν μία νουβέλα μετά την καταστροφή και θα μείνετε ικανοποιημένοι, ωστόσο εκείνο που έκανε μοναδικά ο ΜακΚάρθυ ήταν η αποτίμηση μιας γενιάς, της γενιάς μας, που την τοποθετούσε ήδη, στα μισά του Δρόμου.
3/5
Αφήνει περίπου την ίδια αίσθηση σε όλους. Μερικές λάθος επιλογές σε μία προσπάθεια που από την αρχή της ήταν εξαιρετικά δύσκολη και παρόλα αυτά κατάφερε να είναι ξεχωριστή και σχετικά συνεπής με την λογοτεχνική της καταβολή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα έγραψα και εδώ, αν θέλεις δες αντί σχολίου:
http://2i3.blogspot.com/2010/02/road-2009-john-hillcoat_13.html
Συμφωνούμε Πάνο, είναι μία αφήγηση που δεν ξεπερνά τις δυνατότητές της, ενώ ίσως θα έπρεπε(;).
ΑπάντησηΔιαγραφή