3 εξαιρετικά μικρά διηγήματα που μπορείτε -και πρέπει- να διαβάσετε από το blog της the three wishes (ναι, είναι γυναίκα, κι αυτό κάνει την αφηγηματική οξυδέρκεια των παρακάτω διηγημάτων της ακόμα πιο ενδιαφέρουσα). Ακολουθήστε τα links για κάθε απόσπασμα. Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν τα δύο τελευταία posts είναι του Μ. Μοσχολιού.
Η χοντρή ροχάλιζε δίπλα μου σαν βουβάλι. Αναρωτήθηκα τι σκατά κάνω σ’ αυτό το βούρκο που λέω για ζωή. Τα δύο βουβαλάκια μου ρουφάνε το αίμα καθημερινά, λεφτά για φροντιστήριο, λεφτά για παπούτσια, λεφτά για σινεμά, λεφτά για πιτόγυρα, λεφτά, λεφτά, λεφτά. Η χοντρή τρέχει πίσω μου ξεσκονίζοντας το σκαλί που ανεβαίνω, μαζεύοντας τα ρούχα που ακουμπάω στην καρέκλα, τσακίζοντας τα νεύρα μου με την υστερική φωνή της και με την κακομούτσουνη φάτσα της, συνεχώς ξινισμένη. Στο εργοστάσιο γαμήσι και πρόστιμο η δουλειά, σε λίγο δεν θα έχω κουράγιο ούτε τα πόδια μου να πάρω από την κούραση εκεί μέσα. Το μποστάνι είναι κι αυτό δεύτερη δουλειά κανονικά, αλλά από τα έξτρα της λαϊκής πληρώνω τις δόσεις για το σπίτι. Σκυλίσια ζωή, γαμώ το κέρατό μου.
«Να θυμηθώ να βγάλω τα φύλλα από την κατάψυξη, να προλάβω τα ντολμαδάκια για το μεσημέρι», μονολογώ πάλι. Ακούω τη φωνή μου και είναι λες και μίλησε η μάνα μου. Όσο και να το γυροφέρνω όμως, η μάνα μου πίσω δε γυρνάει. Όσα παίρνει ο χρόνος τα παίρνει για πάντα. Ανεπιστρεπτί.
«Να παντρευτούμε ρε Τουλάκι», μού’ λεγε κάποτε ο Χρήστος, «δεν αντέχω χώρια σου. Άντε, να κάνουμε οικογένεια, σπίτι, να σε έχω δική μου». Πόσο μακριά μου φαίνεται τώρα αυτή η εποχή. Σα να τη ζήσανε δυο άλλοι.
«Ναι, γαμάω γριές τα Σαββατόβραδα και μου δίνουν χαρτζιλίκι. Τραβάς κάνα ζόρι Αφροδιτούλα;», άναψα εγώ. Η συζήτηση με αυτό το κορίτσι δεν έχει νόημα. Πάντα κάνει το παν για να με νευριάσει. Τελείως ξενέρωτη γκόμενα. Απορώ τι της βρίσκουν και τρέχουν όλοι πίσω της. της γύρισα την πλάτη και συνέχισα να χαζεύω με τους άλλους.
Μετά από αυτό δε μιλήσαμε άλλο. Έφυγα για το σπίτι όλο νεύρα. Κλείστηκα στο μπάνιο και τράβηξα μια γερή μαλακία, μία ώρα έμεινα μέσα. Την σκεφτόμουν συνεχώς. Με τσάντισε το πουτανάκι, ήθελα να της πετάξω τα μάτια έξω. Τρεις ώρες έκανα να συνέλθω, και με τους Μετάλλικα στη διαπασών. Μετά κατέβηκα στην κουζίνα. Η μαλακία πάντα με κάνει και πεινάω. Η μάνα μου είχε μαγειρέψει κάτι ντολμαδάκια, αλλά πάνω στο τραπέζι είχε κι ένα πιάτο γεμιστά. Η πιπεριά ήταν μισοφαγωμένη. Τα καθάρισα στο πι και φι και την έκανα για του Νύση που είχαμε ραντεβού. Στη μάνα μου είπα ότι πήγαινα Αγγλικά.
19 Νοεμβρίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
δε μου πολυ αρέσει αυτό που κάνω, αλλά αυτό νομίζω ότι είναι από τα καλύτερα της, (αν και πρέπει πρώτα να το πώ σε αυτήν το γράφω εδώ).......και είμαι σχεδόν σίγουρος ινβερτιντ_α ότι θα συμφωνήσεις....
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://thethreewishes.wordpress.com/2009/05/13/για-τους-φίλους-μιλάνε-σε-χρόνο-ενεστώ/
Φυσικά και συμφωνώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι ωραίο να διαβάζεις τέτοια κείμενα στο ίντερνετ.
Μεγάλη έκπληξη για μένα η ανάρτησή σας, μιας και μόλις σήμερα είχα την ευκαιρία να σας ανακαλύψω. Δεν ανταποδίσω τα καλά σχόλια τώρα, απλώς θα ήθελα ειλικρινά να σας πω ότι, με μια γρήγορη πρώτη ματιά, το μπλογκ σας είναι εξαιρετικά καλαίσθητο κι ενδιαφέρον.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ από καρδιάς για όλα, κι ελπίζω να συνεχίσουμε την επικοινωνία με όμορφα κείμενα και ενδιαφέροντα νέα.
Εύχομαι μια καλή συνέχεια.
Πρέπει να ζητήσω συγνώμη γιατί το αναδημοσίευσα χωρίς να σας ρωτήσω πρώτα, αλλά μου άρεσε πολύ και δεν μπόρεσα να κρατηθώ :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΕδώ σχολιάζουμε περισσότερο δίσκους ή/και ταινίες, κάθε πρόταση/παρατήρηση είναι ευπρόσδεκτη.
Μα κανένα πρόβλημα, ίσα ίσα, δώρο μου κάνατε :-) Και πάλι ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, θα σας "ψάξω" σιγά σιγά και είμαι σίγουρη πως θα ανακαλύψω πολλά ωραία εδώ μέσα.
(Οι χαρές του μπλόγκιν, που έλεγε και κάποιος λίγο πριν ;-) )