
Φαίνεται καθαρά πως καίγεται ένα χωριό, ακόμα κι από είκοσι μίλια μακριά. Είναι χαρούμενο θέαμα. Ένα τοσοδά χωριουδάκι που τη μέρα ούτε το 'παιρνες χαμπάρι, στο βάθος μιας άσχημης μικρής εξοχής, ε λοιπόν, δεν φαντάζεσαι τη νύχτα, όταν καίγεται, τι εντύπωση σου κάνει! Θαρρείς η Παναγία των Παρισίων! Μια νύχτα ολόκληρη παίρνει για να καεί ένα χωριό, ακόμα και μικρό, στο τέλος θαρρείς ένα τεράστιο λουλούδι, έπειτα μόνο ένα μπουμπούκι, έπειτα τίποτα.
Καπνίζει, και τότε είναι πρωί.
[...]
Κάναμε ουρά για να πεθάνουμε. Ο ίδιος ο στρατηγός δεν έβρισκε πια καταυλισμό χωρίς φαντάρους. Καταλήξαμε να κοιμόμαστε όλοι, στρατηγοί ξεστρατηγοί, στα χωράφια. Όσοι είχαν λίγο ακόμα κουράγιο το έχασαν κι αυτοί. Τότε ήταν που άρχισαν να τουφεκάνε φαντάρους, διμοιρίες ολόκληρες, για να τους αναπτερώσουν το ηθικό, και που βάλθηκαν ν' αναφέρουν τον μοίραρχο της χωροφυλακής στην ημερήσια διάταξη για τον τρόπο του να κάνει τον δικό του μικρό πόλεμο, τον απόλυτο, τον πέρα για πέρα αληθινό.

— Louis-Ferdinand Céline, Journey to the End of the Night
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου